Πέμπτη 31 Ιουλίου 2008

Όταν η μνήμη κραυγάζει….

Η επαφή του χαράκτη και ζωγράφου Σερχάτ Τσελικέρ Μπαπίρ με την τέχνη της χαρακτικής δεν ήταν συνηθισμένη, τουλάχιστον για τα μέτρα και την εμπειρία του δυτικού καλλιτέχνη. Η πρώτη φορά που ο δημιουργός ήρθε σε επαφή με την απαιτητική αυτή τέχνη δεν είχε σχέση με εικαστικούς προβληματισμούς και στοχασμούς για το ωραίο, με πολυτελή χειροποίητα χαρτιά και πορσελάνινες λεκάνες οξειδώσεων. Η πρώτη φορά που ο Σερχάτ χάραξε και τύπωσε ήταν -όπως ο ίδιος εξομολογείται- από ανάγκη. Καταζητούμενος από την τουρκική χούντα αναγκάστηκε να πλαστογραφήσει μια ταυτότητα, χαράζοντας για το σκοπό αυτό σε ένα κομμάτι πλαστικού για επίστρωση δαπέδων μια ανάγλυφη σφραγίδα. Τη σφραγίδα αυτή τύπωσε στη φωτογραφία του παραχαράζοντας έτσι την ξένη ταυτότητα. Χρησιμοποιώντας την πλαστή ταυτότητα κατάφερε να διαφύγει από τα μπλόκα της αστυνομίας και αφήνοντας την πατρίδα του, το Κουρδιστάν, να φτάσει ως πολιτικός πρόσφυγας στην Ελλάδα.

Αυτό που δεν ομολογεί, βέβαια, ο Σερχάτ- αλλά εύκολα μπορεί να το αντιληφθεί o ευαίσθητος δέκτης που βρίσκεται σε διάλογο με το έργο του - είναι πως ο καλλιτέχνης συνέχισε να χαράζει και εξακολουθεί μέχρι σήμερα να χαράζει σπρωγμένος από την ανάγκη. Όχι βέβαια την ανάγκη διάσωσης της φυσικής του ύπαρξης, αλλά την ανάγκη διάσωσης της μοναδικότητας της ύπαρξής του διαμέσου της διάσωσης της ταυτότητας, της μνήμης, της συνείδησης των αγώνων, των ονείρων και των πόθων του λαού του. Εν κατακλείδι της διάσωσης όλων αυτών που -όπως προδίδει και η ερμηνεία του έργου του- ο καλλιτέχνης θεωρεί στοιχεία ταυτοποίησης και δικαίωσης της ύπαρξής του.

Ο Σερχάτ ανήκει στους ανθρώπους εκείνους που από πολύ νωρίς κλήθηκαν να επιλέξουν ανάμεσα σε μια ήσυχη αλλά ταπεινωτική ζωή και την Οδύσσεια της ελευθερίας. Επιλέγοντας δίχως δισταγμό το δεύτερο μονοπάτι γνώριζε πως επέλεγε την σκληρότητα της προσφυγιάς, την οδύνη της μοναξιάς, την απώλεια της πατρικής γης και των προσφιλών του προσώπων καθώς και ένα πλήθος από άλλες μικρότερες απώλειες, που αν και μοιάζουν ασήμαντες και ανάξιες λόγου αποτελούν εντούτοις το βάλσαμο της ανθρώπινης ζωής. Βέβαια ο καλλιτέχνης ξεκινώντας το ταξίδι του είναι μάλλον απίθανο να προέβλεψε πόσο μακρινή θα αποδεικνύονταν η μέρα της επιστροφής, γιατί είναι ευνόητο πως η ελπίδα συχνά λειτουργεί σαν κιβωτός διαμέσου της οποίας ο άνθρωπος διασώζεται από την σκληρή πραγματικότητα.

Έχουν πια περάσει σχεδόν εικοσιπέντε χρόνια από την μέρα που ο καλλιτέχνης ξεκίνησε το ταξίδι του. Εικοσιπέντε χρόνια ατέλειωτης αναμονής, με το «νόστιμον ήμαρ» να βασανίζει την ψυχή του, την καπνοδόχο της οικογενειακής εστίας να μην θαμπώνει τον ορίζοντα, την ημέρα της επιστροφής στην πατρώα γη να ξεμακραίνει όλο και πιο πολύ και με μοναδικό, ίσως, βάλσαμο την τέχνη να γλυκαίνει την οδύνη της αναμονής.

Θεωρήσαμε απαραίτητη αυτή την σύντομη βιογραφική αναφορά, που θα ήταν περιττή σε άλλες περιπτώσεις, επειδή πιστεύουμε πως οι καταβολές του Σερχάτ αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα κλειδιά ερμηνείας και αποκρυπτογράφησης του έργου του και επειδή ακόμη πιστεύουμε πως για τον συγκεκριμένο δημιουργό η τέχνη, και ιδιαίτερα μάλιστα η τέχνη της χαρακτικής, δεν αποτελεί μονάχα αισθητική απόλαυση, πεδίο έκφρασης συναισθημάτων ή απάντηση σε υπαρξιακές αγωνίες και αναζητήσεις, αλλά πραγματικό καταφύγιο και σανίδα σωτηρίας. Ο καλλιτέχνης τρέφεται και ζωογονείται από το έργο του διατηρώντας έτσι ζωντανό το όνειρο της ελευθερίας, που με τη σειρά του αποτελεί διαρκή πηγή έμπνευσης σε έναν αέναο κύκλο ανατροφοδότησης.

Αυτή είναι και η αιτία που ο Σερχάτ, θεματικά τουλάχιστον, καταφεύγει διαρκώς στον ποταμό της μνημοσύνης για να ανασύρει εικόνες φυλαγμένες με ιδιαίτερη προσοχή και ευλάβεια. Εικόνες που παραθέτει με ειλικρίνεια, ευθύτητα αλλά και σύνεση επιχειρώντας όχι απλά μια νοσταλγική αναπόληση αλλά μια πραγματική τεκμηρίωση της ταυτότητάς του. Αυτή η ζωτική ανάγκη τεκμηρίωσης μετουσιώνει κάθε επιμέρους δημιουργία σε μοναδικό μνημείο που αντιπαλεύει τη λήθη, σπονδή στη συλλογική μνήμη, πολύτιμο αλφαβητάρι για αναλφάβητους που επιθυμούν να διδαχθούν την ιστορία, έτσι που το συνολικό του έργο παύει να αποτελεί απλή καταγραφή κάποιας προσωπικής ιστορίας και μεταμορφώνεται σε εικονογραφική εποποιία που εξιστορεί τη συνέχεια του λαού του μέσα στο χρόνο.

Για το λόγο αυτό και παρά τις όποιες παρεκκλίσεις και αναζητήσεις στο πεδίο του αφηρημένου, η τέχνη του Σερχάτ παραμένει παραστατική με μια ιδιαίτερη αγάπη στο συμβολισμό. Η συμβολιστική του, που δεν αποτελεί δάνειο αλλά προέρχεται και εκφράζει δικά του βιώματα, χρησιμοποιείται με σταθερότητα και επιμονή αλλά ταυτόχρονα με σύνεση και λεπτή αίσθηση του μέτρου η οποία προφυλάσσει από την υπερβολή και τον κορεσμό. Τα σύμβολα κάνουν διαρκώς αισθητή την παρουσία τους στο έργο του. Συχνά εμφανίζονται εκεί που δεν τα περιμένεις, συνήθως μετά από μια δεύτερη προσεκτικότερη ανάγνωση. Δεν θα ήταν, μάλιστα, υπερβολή να πούμε πως η γλώσσα των συμβόλων αγκαλιάζει σαν λεπτό αργυρό δίχτυ όλο του το έργο επιτρέποντας τη συνοχή και τον δημιουργικό διάλογο μεταξύ των έργων του. Έτσι παρόλο που ο καλλιτέχνης επιλέγει τα σύμβολα ανάλογα με τις ιδιαίτερες, κάθε φορά, εκφραστικές του ανάγκες, πάντα καταφέρνει -εκμεταλλευόμενος την ιδιότητά τους- να λειτουργούν μονοσήμαντα, να τα μετατρέπει σε φορείς και πομπούς συγκεκριμένων μηνυμάτων χωρίς αυτό να σημαίνει υπαναχώρηση σε σχέση με το σημαντικότερο μέλημα του δημιουργού, δηλαδή τον τρόπο ενσάρκωσης της ιδέας.

Είναι ανάγκη εδώ να τονίσουμε πως ακόμη και αυτή καθαυτή η επιλογή της χαρακτικής σαν μέσο έκφρασης, πράξη συνειδητή μάλλον παρά υποσυνείδητη, έρχεται να υπηρετήσει ακριβώς αυτό το σκοπό αφού ο καλλιτέχνης βρίσκει στη χαρακτική τον ιδανικότερο εκφραστή των ιδεών του. Γιατί είναι αξιοσημείωτο πως για τον Σερχάτ η χαρακτική δεν αποτελεί προέκταση της υπόλοιπης εικαστικής του δραστηριότητας, όπως συμβαίνει συνήθως στο έργο πολλών καλλιτεχνών, αλλά τον ακρογωνιαίο λίθο της δημιουργίας του μολονότι ο καλλιτέχνης διακονεί και τη ζωγραφική. Ο χαράκτης, που όπως ήδη τονίσαμε, έχει συνειδητά επιλέξει να απομακρυνθεί από την αινιγματικότητα και τους σιβυλλικούς τρόπους της σύγχρονης τέχνης και έχει αποφασιστικά αρνηθεί το «δέλεαρ» των πολλαπλών αναγνώσεων καταφέρνοντας να μετατρέψει το έργο του σε αγγελιοφόρο μηνυμάτων, που «διαβάζονται» με έναν συγκεκριμένο και μοναδικό τρόπο, δεν θα έβρισκε καλύτερο μέσο από την χαρακτική για να εκφράσει τις ιδέες και τις προθέσεις του. Στα χέρια του μάλιστα ακόμα και αυτή η πρακτική του τυπώματος μετατρέπεται από «καταναγκαστική» δέσμευση σε απελευθερωτική πράξη, αφού κάθε παραγόμενο αντίτυπο πολλαπλασιάζει την ισχύ του μανιφέστου του.

Ένα συμβολικό μοτίβο, που θα το δούμε να επαναλαμβάνεται συχνά στο έργο του Σερχάτ, είναι το δακτυλικό αποτύπωμα. Το μοτίβο εμφανίζεται σε θάμνους και φύλλα, πάνω ή πίσω από πολιτείες και ανθρώπους και μέσα στα σκοτεινά πελαγίσια νερά. Ο συμβολισμός του αν και εύγλωττος είναι ανάγκη να αποσαφηνιστεί. Το αποτύπωμα έχει διττή σημασία και ο τρόπος που χρησιμοποιείται προδίδει το γεγονός ότι και για τον ίδιο τον καλλιτέχνη συνιστά πεδίο διλημμάτων. Τοποθετείται άλλοτε στο φόντο υποστηρίζοντας τη σύνθεση και άλλοτε στο πρώτο πλάνο σκοτεινιάζοντας με την απειλητική του σκιά ολόκληρο το τύπωμα. Ενίοτε μάλιστα το δακτυλικό αποτύπωμα γίνεται τόσο εμφανές και επίμονο που με δυσκολία επιτρέπεται η ανάγνωση των άλλων στοιχείων της σύνθεσης.

Το δακτυλικό αποτύπωμα λειτουργεί είτε σαν επίμονη και συγκεκριμένη υπόμνηση είτε σαν σταθερό και διαρκές κατηγορώ ενάντια στην τυραννία της εξουσίας. Το στοιχείο που στην ουσία αποτελεί αυθεντική απόδειξη της ανθρώπινης μοναδικότητας χρησιμοποιείται από τη μια σαν υπόγειος ποταμός, που αντιπαλεύει την ανωνυμία και από την άλλη η χρήση του μας υπενθυμίζει πως ένας άνθρωπος ή ένας ολόκληρος λαός είναι δυνατόν να διωχθεί και να αποκλειστεί λόγω των συγκεκριμένων και μοναδικών ιδιοτήτων του. Η τραγικότητα αυτού του διλήμματος φαίνεται πως αποτελεί τη μόνιμη βάσανο του καλλιτέχνη. Είναι απαραίτητο να τονίσουμε πως σε κάθε περίπτωση το δακτυλικό αποτύπωμα παρουσιάζεται ατέρμονο σαν εικαστικό μοτίβο, υπονοώντας έτσι χαρτογράφηση που δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, που αδυνατούμε να διακρίνουμε τα όριά της μολονότι γνωρίζουμε ότι υπάρχουν.

Υπάρχουν επίσης μοτίβα που ο επιδέξιος χειρισμός τους από τον καλλιτέχνη τα ανάγει σε καθολικά σύμβολα. Τέτοιο είναι για παράδειγμα το μοτίβο του γερανού, που αποτελεί ένα από το πιο συχνά χρησιμοποιούμενα σύμβολα στο έργο του Σερχάτ. Για την αποκρυπτογράφηση του συμβόλου καταφύγαμε στον ίδιο το δημιουργό ο οποίος και μας μύησε στο συμβολισμό του εξηγώντας μας πως στην πατρίδα του οι άνθρωποι πιστεύουν πως ο γερανός φέρνει την Άνοιξη. Ο χαράκτης γοητεύεται από την ευαίσθητη και ευγενική μορφή του γερανού η οποία του επιτρέπει να εξερευνήσει έννοιες που συνειρμικά συνδέονται με τη φύση και τις συνήθειες του πουλιού όπως για παράδειγμα η έννοια της αποδημίας, της επιστροφής, του εφήμερου, της ελπίδας καθώς και έννοιες που –συνειρμικά- βρίσκονται στον αντίποδα του, όπως της αιχμαλωσίας, της επιμονής, της πάλης για επιβίωση, της αντίστασης.

Το μοτίβο του γερανού χρησιμοποιείται στις συνθέσεις με ποικίλους τρόπους. Κάποιες φορές σμήνη γερανών συνοδεύουν τους ανθρώπους στην οδυνηρή αποδημία τους. Ακόμα και αν ακολουθούν την ακριβώς αντίθετη πορεία μοιάζουν να επιστεγάζουν προστατευτικά την πορεία των ανθρώπων θέλοντας να μνημονεύσουν την μεταβλητότητα των ανθρώπινων καταστάσεων. Είναι οιωνοί που υπενθυμίζουν πως ότι συμβαίνει σήμερα δεν είναι αιώνιο. Είναι υπόσχεση πως το γύρισμα των εποχών θα φέρει αναπόφευκτα την επιστροφή, την οποία ο καλλιτέχνης θεωρεί νομοτελειακή. Άλλες φορές πάλι οι γερανοί εμφανίζονται σε έναν σκόπιμα απροσδιόριστο χώρο, έναν χώρο που συνήθως φορτίζεται ασφυκτικά και από άλλα σύμβολα- ολόφωτους σπειροειδείς ήλιους ή εντυπωσιακά συμπλέγματα από σκάλες που ανεβαίνουν στον ουρανό. Παρουσιάζονται σαν φωτεινές φιγούρες σε κάμπο σκοτεινό ή σαν σκοτεινές μορφές που διαγράφονται εξπρεσιονιστικά σε ένα φωτεινό ξέφτι ουρανού. Άλλοτε ανυψώνονται αποφασιστικά και άλλοτε πετούν χαμηλά, πιο κοντά στη γη παρά στον ουρανό. Στη δεύτερη περίπτωση η πυκνότητα της γραμμής και το πλήθος των χαράξεων υπονοούν μια ασφυκτική ατμόσφαιρα που εντείνεται ακόμη περισσότερο από την προσκόλληση στην επιπεδότητα.

Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι συνθέσεις στις οποίες το μοτίβο του γερανού διαπλέκεται με το μοτίβο του δένδρου, που αποτελεί ένα ακόμη σπουδαίο στοιχείο της προσωπικής μυθολογίας και του μορφοπλαστικού λεξιλογίου του Σερχάτ. Όταν αυτό συμβαίνει, το δέντρο, που στην συμβολική γλώσσα του καλλιτέχνη συνδέεται με την ιδέα της πατρικής γης αλλά και του αρχαίου δένδρου της πανσπερμίας του οποίου οι σπόροι αποτελούν την αρχή όλων των όντων και όλων των λαών- μετατρέπεται σε φοβερή ειρκτή που αιχμαλωτίζει τους γερανούς, οι οποίοι μάταια αγωνίζονται να ξεφύγουν. Η επιδεξιότητα με την οποία ο καλλιτέχνης χειρίζεται τις κινούμενες προς διαφορετικές κατευθύνσεις μορφές εντείνει την δραματικότητα της σύνθεσης και η κορύφωση του συναισθήματος της αγωνίας οξύνεται. Ο θεατής έχει την αίσθηση πως ακούει το φτεροκόπημα των πουλιών και έτσι ο καλλιτέχνης καταφέρνει να μας μιλήσει με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο για τους ανθρώπους. Αναγνωρίζουμε πως αυτό που συμβαίνει στους γερανούς –και που δεν είναι διαφορετικό από αυτό που συμβαίνει στους ανθρώπους- η αδικία, η αιχμαλωσία, ο πόνος, η βάρβαρη καταστολή, η στέρηση της ελευθερίας δεν είναι απλώς πράξη έκνομη αλλά πράξη που αντίκειται στους φυσικούς νόμους.

Αξίζει να προσέξουμε επίσης και την περίπτωση του έργου με τον τίτλο «Επιβίωση» όπου για μια φορά ακόμη οι γερανοί οικειοποιούνται ιδιότητες και γνωρίσματα των ανθρώπων. Το έργο αυτό αποτελεί κορυφαία στιγμή ταύτισης της μοίρας του ανθρώπου με τη μοίρα όλων των πλασμάτων της φύσης και του κόσμου. Τα πουλιά ρίχνονται με μανία στις ρίζες του δένδρου διεκδικώντας με πάθος την επιβίωση. Κάθε στοιχείο της σύνθεσης, οι φωτεινές φιγούρες των γερανών, το δέντρο που λυγίζει στην επίθεση, το δίχτυ από ρίζες που διαρρηγνύεται, συνηγορεί στην υπεράσπιση του δικαιώματος της ύπαρξης, νοηματοδοτώντας με τέτοιο τρόπο το έργο ώστε το περιεχόμενο να έρχεται σε πρώτο πλάνο.

Είναι βέβαια γεγονός ότι στην καλλιτεχνική δημιουργία του Σερχάτ σπάνια θα συναντήσουμε έργα που απομακρύνονται από την ενσυνείδητη υποταγή μορφής, μέσου και τεχνικής στο περιεχόμενο. Ακόμα και το τοπίο στην περίπτωσή του δεν αποτελεί απλή απεικόνιση ενός τμήματος της πραγματικότητας, ούτε αναπαράσταση μιας αγαπημένης γωνιάς της πατρίδας του. Το τοπίο καθρεπτίζει την ψυχική του κατάσταση, αντικατοπτρίζει με τρόπο εύγλωττο την υπαρξιακή του αγωνία και κυρίως κουβαλάει το βάρος της μαρτυρίας. Το μυθικό όρος Αραράτ, η λίμνη της Wan, τα τείχη της Amed, το χάνι του Eleman, έργα εμπνευσμένα και δυνατά, παρόλο που παραμένουν αποσπάσματα της φυσικής πραγματικότητας, διηγούνται παράλληλα ιστορίες τυλιγμένες στο μισόφωτο ενός μύθου. Ενός μύθου που πηγάζει κατευθείαν από την καρδιά του καλλιτέχνη διαπλέκοντας το μυστήριο και την αιωνιότητα της εικαστικής αφήγησης με υπαινιγμούς και ψίθυρους της προσωπικής του συμβολιστικής.

Η αναπαράσταση μιας πολίχνης για παράδειγμα είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή προσέγγιση αστικής τοπιογραφίας. Το αστικό τοπίο, που σε μια πρώτη ανάγνωση, αποκαλύπτει την ποιητική διάθεση του δημιουργού του, ποτισμένο όπως είναι βαθιά από την πατίνα της αναπόλησης και του νόστου, μετατρέπεται, σε μια δεύτερη προσεκτικότερη ανάγνωση σε ιερό σύμβολο και απόκρυφο μήνυμα. Πίσω από το χρυσό φως του δειλινού και την αφοπλιστική ομοιομορφία μιας ραχάτικα απλωμένης στον ήλιο πολίχνης ο προσεκτικός αναγνώστης μπορεί να διακρίνει την έντονα «σκηνοθετική» ματιά του δημιουργού που χρησιμοποιεί επιφανειακώς κοινότυπα στοιχεία, για να αποκαλύψει σκέψεις και αγωνίες που απέχουν πολύ από το να χαρακτηρισθούν ως κοινότυπες. Η ουσιαστική ανάγνωση μεταμορφώνει τα λουσμένα στο φως ειδυλλιακά τοπία σε βασανιστικά ερωτηματικά. Αναρωτιόμαστε τι κρύβεται πίσω από τα ερμητικά σφαλισμένα παράθυρα και τις κλειδαμπαρωμένες πόρτες. Τι κρύβουν αυτοί οι βουβοί όγκοι, τόσο στατικοί και απόμακροι, τόσο απογυμνωμένοι από ζωή. Τι κρύβεται πίσω από την αδιατάρακτη ηρεμία και τη μυστηριακή σιωπή. Ερωτήματα που δεν βρίσκουν εύκολα απαντήσεις. Ίσως γιατί τα σπίτια που υπομονετικά περίμεναν την ιστόρησή τους δεν συναινούν στην αποκάλυψη των μυστικών τους και μιμούμενα τους ανθρώπους που τα ενοικούν, προτιμούν να φυλάγονται. Το μυστήριο του σφραγισμένου, και απροσπέλαστου φωτίζεται κάπως, αν επιχειρήσουμε να αποκρυπτογραφήσουμε το αίνιγμα, μέσα από τις μεταπλασμένες από το φαντασιακό βιωματικές εμπειρίες του καλλιτέχνη, χωρίς όμως εντέλει να αποσαφηνίζεται. Πιθανόν γιατί τα ερμητικά κλεισμένα σπίτια παραμένουν απαγόρευση και άβατο ακόμη και για τον ίδιο το δημιουργό.

Στην ενότητα των τοπίων εντάσσονται και χαρακτικά, στα οποία ο καλλιτέχνης μοιάζει να γοητεύεται από το απέραντο και τον ανοιχτό ορίζοντα, καθώς και χαρακτικά στα οποία εγκαταλείπεται η αναλυτική περιγραφή και υιοθετούνται πιο αφαιρετικοί τρόποι. Στην πρώτη περίπτωση ο χώρος πλάθεται με σκιές και φωτεινές επιφάνειες ενώ στη δεύτερη ελεύθερες φόρμες, χρωματιστές γραμμές και ζωηρά πλακάτα χρώματα συμμετέχουν ενεργητικά στο εικαστικό παιχνίδι δομώντας εξολοκλήρου τη σύνθεση. Βέβαια η ιδέα που συνέχει το σύνολο της εικαστικής δημιουργίας του Σερχάτ φαίνεται πως συνέχει και τα έργα αυτά, αφού και στις δυο περιπτώσεις ο συμβολισμός δεν εκλείπει, παρόλο που φαινομενικά υποχωρεί ώστε να ατονεί το ευανάγνωστο και εύληπτο. Θα πρέπει όμως να τονίσουμε πως τα έργα, που εντάσσονται στη δεύτερη περίπτωση, διακρίνονται κυρίως από την αίσθηση του παιγνιώδους και οι συνθέσεις αποπνέουν ένα ελαφρύ κύμα ευφορίας στο οποίο δεν μας έχει συνηθίσει ο καλλιτέχνης. Σπείρες και ομόκεντροι κύκλοι, παιχνίδια με γραμμές, ευαίσθητα χρώματα και έντονο ενδιαφέρον για την έρευνα των υλικών και την απόδοση της υφής κάνουν τα έργα αυτά ξεχωριστά ενώ η λιτότητα των μέσων τους προσδίδει κάτι από την ευγένεια και την κομψότητα ενός χάικου.

Ένα από τα βασικότερα στοιχεία της τέχνης του Σερχάτ είναι η ανθρώπινη μορφή και δεν θα μπορούσε εξάλλου να είναι αλλιώς. Το έργο του, έργο ανθρωποκεντρικό, καταλήγει σε μια βαθιά ουμανιστική διακήρυξη. Η ανθρώπινη μορφή αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο αυτή την πρόθεση του για συνομιλία με τον άνθρωπο, ο οποίος εμφανίζεται σαν μονάδα ή σαν οργανικό στοιχείο μιας ολιγοπρόσωπης ή συνήθως πολυπρόσωπης και άρρηκτα δεμένης ομάδας στο σύνολο του έργου του.

Όταν οι ανθρώπινες μορφές παρουσιάζονται σαν μονάδες παρουσιάζονται είτε σαν πρόσωπα σκοτεινά, βασανισμένα, τυλιγμένα και κρυμμένα καλά πίσω από σφιχτοδεμένες μαντίλες είτε σαν φιγούρες εγκιβωτισμένες και εγκλωβισμένες σε συνθέσεις που τις κάνουν να ασφυκτιούν. Και στις δυο περιπτώσεις παρουσιάζονται εξουθενωμένες ή οργισμένες αλλά ποτέ υποταγμένες ή ηττημένες. Είναι μορφές δωρικές που σιωπούν, μα η σιωπή τους είναι πιο βουερή και από ένα χείμαρρο λέξεις. Συνήθως καταλαμβάνουν όλο το χώρο της σύνθεσης και είναι κυρίως γυναίκες ή παιδιά, πρόσωπα αδύναμα που διστάζουν να αποκαλύψουν τα χαρακτηριστικά τους. Ο καλλιτέχνης, γνωρίζοντας την ανάγκη τους, τους προσφέρει τρυφερά και προστατευτικά το καταφύγιο της ανωνυμίας που χρειάζονται. Βέβαια κάποιες φορές, όταν η τρυφερότητα υπερισχύει, το συμβόλαιο της ανωνυμίας αναστέλλεται. Τότε μορφές, σπάνιας ευγένειας και αρχοντιάς, διαρρηγνύοντας το δίχτυ του χρόνου, ανεβαίνουν στην επιφάνεια. Είναι ολοζώντανες και θελκτικές. Αποπνέουν το άρωμα της γης και μας κοιτάζουν με τα μάτια ανθρώπου που γνωρίζουμε χρόνια, φιλικά και ζεστά μα ταυτόχρονα ερευνητικά, θαρρείς και αναρωτιούνται για τις προθέσεις μας. Η ευγένειά τους δεν τους επιτρέπει να απαιτούν κι όμως η τιμή και ο σεβασμός τους προσφέρεται απλόχερα. Αντίδωρο στην αίσθηση του μοναδικού και πολύτιμου.

Στην περίπτωση που οι ανθρώπινες μορφές παρουσιάζονται σαν ομάδες αυτό που χαρακτηρίζει την σύνθεση είναι η συγκεκριμένη κατεύθυνση. Οι άνθρωποι βαδίζουν πάντα προς την ίδια κατεύθυνση, συνήθως από αριστερά προς τα δεξιά. Διατρέχουν ολόκληρη τη σύνθεση ενώ συχνά τμήμα της τελευταίας φιγούρας αποκόπτεται δημιουργώντας έτσι την εντύπωση της ακολουθίας. Η πορεία των ανθρώπων κάποιες φορές έχει συγκεκριμένο προορισμό, άλλοτε ένα καράβι και άλλοτε μια σκάλα που ανεβαίνει στον ουρανό, ενίοτε όμως οι άνθρωποι μοιάζουν χαμένοι, εγκαταλελημμένοι στη μέση του πουθενά. Οι πορείες των ανθρώπων συνοδεύονται συχνά από γερανούς, ενώ στη σύνθεση ενσωματώνεται και το δακτυλικό αποτύπωμα, στοιχεία τα οποία, όπως ήδη αναφέραμε, αποτελούν βασικά εκφραστικά στοιχεία της συμβολιστικής του Σερχάτ. Στην περίπτωση που οι μορφές οργανώνονται σε ομάδες διακρίνονται για την ιδιότυπη σχηματοποίησή τους. Οι ρεαλιστικές αναφορές ατονούν, οι μορφές μετατρέπονται σε αλλόκοτες εικόνες, μικρές στήλες καπνού που λαχταρούν να εξαϋλωθούν.

Είναι αξιοσημείωτο ότι στο έργο του Σερχάτ ο σπαραγμός της εσωτερικής παρόρμησης τιθασεύεται προς όφελος του επικού ύφους μιας τέχνης που ομολογεί την στράτευσή της, όπως για παράδειγμα στο έργο «Γυναίκα σε χωριό που πρόκειται να καταστραφεί» Η τραγικότητα του ανθρώπου που γνωρίζει τα μελλούμενα -όχι με τρόπο μεταφυσικό αλλά με τον τρόπο που τον δίδαξε η πολύχρονη συλλογική εμπειρία- αποτυπώνεται στη σκοτεινή μορφή της γυναίκας στο πρώτο πλάνο. Η γυναίκα παρουσιάζεται σαν φύλακας φρουρός, ένας φρουρός μολονότι που γνωρίζει την τραγική εξέλιξη, δεν παραδίδεται. Ο τίτλος του έργου που θυμίζει χρησμό λειτουργεί επιβεβαιωτικά των προαισθημάτων του θεατή. Μοιάζει με επιγραφή σε τύμβο δοξαστικό. Ο τρόπος οργάνωσης της σύνθεσης με την εμφατική ιεράρχηση της γυναικείας μορφής, τόσο ως προς το μέγεθος όσο και ως προς την θέση της στο χώρο, διακηρύσσει πως πίσω από την επικείμενη ήττα διαφαίνεται ο θρίαμβος. Ο θρίαμβος του ανθρώπου που αντιστέκεται παρόλο που έχει συνείδηση της ήττας του.

Στον αντίποδα αυτής της επιλογής βρίσκονται έργα, τα οποία δεν πρέπει να αγνοήσουμε αφού στην περίπτωσή τους η πρόθεση αδυνατεί να δαμάσει το συναίσθημα. Είναι η περίπτωση έργων στα οποία οι πορείες των ανθρώπων καταλήγουν σε καράβια – ένα συχνά χρησιμοποιούμενο σύμβολο της τέχνης του Σερχάτ. Στα έργα αυτά ο καλλιτέχνης παραδίδεται στα συναισθήματά του. Κάθε προσπάθεια χαλιναγώγησης της απόγνωσης -που ο καλλιτέχνης δείχνει να θεωρεί ταπεινωτικό συναίσθημα- εγκαταλείπεται και η απελπισία κορυφώνεται. Είναι ολοφάνερο πως τα έργα αυτά γεννιούνται όταν η μνήμη κραυγάζει. Μας υπενθυμίζουν με τον πιο συγκλονιστικό τρόπο τους στίχους του ποιητή: «όμως τη σκέψη του πρόσφυγα, τη σκέψη του αιχμάλωτου, τη σκέψη του ανθρώπου που κατάντησε και αυτός πραμάτεια δοκίμασε να την αλλάξεις δεν μπορείς». Επιβεβαιώνουν τη σκέψη πως όποιος υπήρξε πρόσφυγας, σημαδεύεται από το φορτίο της προσφυγιάς για μια ολόκληρη ζωή. Σε εικαστικό επίπεδο αυτή η ασυγκράτητη έκρηξη του θυμικού εκφράζεται από πραγματικές εκρήξεις. Φλόγες που ανεβαίνουν στον ουρανό σε μια πραγματική φρενίτιδα καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της σύνθεσης θυμίζοντας την άσβεστη ιερή φωτιά του ζωροαστρισμού, ενώ το παιχνίδι του άσπρου μαύρου με τις έντονες σχηματοποιήσεις μας παραπέμπει στην αιώνια πάλη της κυριαρχίας φωτός - σκότους.

Στην ενότητα με τις ανθρώπινες μορφές εντάσσονται και συνθέσεις που αποτελούνται από δυο ή και τρεις μορφές. Είναι οικογένειες ή μητέρες που κουβαλούν στην αγκαλιά τους τα παιδιά τους. Ακολουθούν όπως και στις υπόλοιπες περιπτώσεις μια απροσδιόριστη πορεία. Συχνά η συναισθηματική σχέση μεταξύ των μελών που απαρτίζουν την ομάδα υποδηλώνεται περισσότερο από τον τίτλο του έργου παρά από την εικαστική διατύπωση αφού τα πρόσωπα αντιμετωπίζονται κυρίως σαν μονάδες. Το κάθε πρόσωπο ζει το δικό του δράμα. εγκλωβισμένο στην προσωπική τραγωδία, μοναδικός συνεκτικός δεσμός ανάμεσα στα μέλη των ομάδων αυτών δεν είναι άλλος παρά η κοινή τραγική τύχη τους. Έτσι για παράδειγμα στο έργο με τον τίτλο «οικογένεια» οι μορφές κρατιούνται σφιχτά από τα χέρια αλλά η κίνησή τους είναι μάλλον κίνηση απομάκρυνσης παρά συσπείρωσης, ενώ στο έργο με τον τίτλο «μητέρα με παιδί» η μητέρα μοιάζει τυλιγμένη στο σκοτάδι αλλά το παιδί στρέφεται αποφασιστικά προς το φως.

Θα θέλαμε, για λόγους συμβολικούς, να κλείσουμε την παρουσίαση της χαρακτικής δημιουργίας του Σερχάτ με δύο έργα τα οποία θεματολογικά δεν εντάσσονται σε καμιά από τις προηγούμενες ενότητες, «τον Πύργο της σιωπής» και «τον τάφο του Ζαρατούστρα.» Έργα μοναδικά, που για λόγους ιστορικής μαρτυρίας, ιεραρχούνται στην κορυφή της πυραμίδας των συμβόλων που χρησιμοποιεί ο καλλιτέχνης. Παρόλο που με τα έργα αυτά ο χαράκτης συνεχίζει τη σχέση του με τα σύμβολα, είναι φανερό πως οι γενεσιουργές αιτίες, που οδήγησαν στη δημιουργία των έργων αυτών, είναι διαφορετικές, ενστικτώδεις μάλλον και υποσυνείδητες παρά λογικές και βιωματικές. Στην περίπτωση των έργων αυτών ο δημιουργός αποδεσμεύεται από την υπόσχεση της στράτευσης και αφήνεται στη μεταφυσική διάσταση των πραγμάτων καταφέρνοντας έτσι να αγγίξει την αταραξία της αιωνιότητας. Ο καλλιτέχνης με αφορμή τα δυο αυτά μοναδικά μνημεία βρίσκει ευκαιρία να μας μιλήσει για το αιώνιο ερώτημα της ζωής και του θανάτου, ανασύροντας στην επιφάνεια σύμβολα που χάνονται στο βάθος του χρόνου, τότε που ο Ζωροαστρισμός, μια από τις φωτεινότερες θρησκείες του αρχαίου κόσμου, παρότρυνε τους ανθρώπους στα αγαθά έργα, αφού έτσι μονάχα θα μπορούσε να επικρατήσει στην πάλη της διαρχίας ο Αχούρα Μάσδα, ο θεός του καλού και άρχοντας του φωτός και να κατατροπωθεί ο Αριμάν ο θεός του κακού και άρχοντας του ερέβους.

«Ο Πύργος της σιωπής», έργο που αναφέρεται στις αρχαίες συνήθειες του Μασδαϊσμού, ο οποίος επέβαλε την απόσυρση των νεκρών από τον κόσμο των ζωντανών και την τοποθέτησή τους σε απομονωμένους πύργους στην κορυφή των λόφων όπου αφήνονταν στη σήψη, αποτελεί κορύφωση της υπαρξιακής αγωνίας του καλλιτέχνη. Φόβος και δέος κατακλύζουν την ψυχή μας στη θέα αυτού του σκοτεινού βουβού όγκου που υψώνεται στο κέντρο της σύνθεσης συνθλίβοντας με την εξπρεσιονιστική δραματικότητά του κάθε αίσθημα χαράς. Όλα μαρτυρούν πως ο θάνατος είναι ο άρχοντας που βασιλεύει σε αυτόν τον πύργο, αλλά όχι κάποιος μακρινός και απροσδιόριστος θάνατος παρά ένας θάνατος που αφορά προσωπικά τον καθένα από εμάς και απειλεί την ύπαρξή μας.

Στον αντίποδα του Πύργου της σιωπής στέκεται «ο τάφος του Ζαρατούστρα», έργο που διακηρύσσει την πίστη του καλλιτέχνη στη δύναμη του φωτός. Τα στοιχεία της σύνθεσης, με την παράθεση φωτεινών και σκοτεινών περιοχών, ιεραρχούνται έτσι ώστε το βλέμμα του θεατή να εστιάζει αρχικά στο κάτω μέρος της σύνθεσης όπου ορθώνεται ο τύμβος για να στραφεί στη συνέχεια, με την βοήθεια των δύο τριγωνικών απολήξεων, στο άνω μέρος της σύνθεσης όπου φωτίζει ένας ήλιος ολόλαμπρος. Αντιλαμβανόμαστε πως ο ήλιος, που φωτίζει τον τάφο του Ζαρατούστρα, δεν είναι μονάχα ένα άστρο αλλά είναι ο ίδιος ο θεός του ζωροαστρισμού που φωτίζει το σκότος βλέποντας μέσω των πάντων. Είναι η υπέρτατη κοσμική δύναμη, η ανίκητη ύπαρξη, η καρδιά του κόσμου και το κέντρο της γνώσης, σύμφωνα με την Αβέστα. Κάτω από το φως αυτού του ήλιου το μνημείο μετατρέπεται από σήμα – τάφο σε σήμα – σύμβολο. Σύμβολο της αιώνιας επικράτησης του φωτός.

Ακόμη και αν δεν γνωρίζαμε τίποτα για την ζωή του Σερχάτ «ο Πύργος της σιωπής» και «ο τάφος του Ζαρατούστρα», με την δύναμη της αλήθειας, της εκφραστικότητας και του συμβολισμού, θα μπορούσαν να μας αποκαλύψουν τις καταβολές του καλλιτέχνη, αφού στην περίπτωση των έργων αυτών η ιστορία είναι αυτή που κραυγάζει.
Απρίλιος 2008

Ελένη Κάρτσακα
Ιστορικός Τέχνης
2008