Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2008

5 μ. Χ. Ομαδική έκθεση χαρακτικής στον Τεχνοχώρο, στην Αθήνα.

5 μ. Χ.

Είναι ο τίτλος της έκθεσής μας που εγκαινιάστηκε στον Τεχνοχώρο την Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2008 και θα διαρκέσει έως το Σάββατο 10 Ιανουαρίου 2009. Πρόκειται για την Πέμπτη έκθεση μικρών χαρακτικών που διοργανώνουμε για την περίοδο των γιορτών. Η έκθεση χωρίς συγκεκριμένη θεματική ενότητα, έχει σαν σημείο αναφοράς την μικρή διάστασή των έργων. Στην χαρακτική η μικρή διάσταση απαιτεί μια πιο προσεκτική αντιμετώπιση της μήτρας από τους καλλιτέχνες. Συμπυκνώνουν την τεχνική και καλλιτεχνική εμπειρία των δημιουργών σε μια μικρού μεγέθους επιφάνεια. Εκτός λοιπόν του εικαστικού αποτελέσματος, μεγάλο ρόλο παίζει και η άρτια επεξεργασία της χαρακτικής μήτρας. Όλα τα έργα που παρουσιάζονται στον Τεχνοχώρο, είναι αυθεντικά χαρακτικά έργα φιλοτεχνημένα και τυπωμένα από τους ίδιους του καλλιτέχνες.

Φέτος εκτός από τα μέλη της Ένωσης Ελλήνων Χαρακτών συμμετέχουν, για πρώτη φορά, και έργα συνεργατών της από άλλες χώρες. Ενδεικτικά, παρουσιάζουν έργα τους οι καλλιτέχνες Νίκος Δεσεκόπουλος, Ελένη Κάπρου, Γρηγόρης Κότσαρης, Νίκος Σταυρακαντωνάκης, Serhad Bapir, Φλοράνς Χριστάκη, Kati Mahrt, Ines Piqueras, Miloslav Bonov, Ralitsa Chohadzhieva, Lilia Eftomova, Ludmil Georgiev, Ivan Peykov, Ivan Bachvarov, Gergana Donkova, Evgeniy Pantev, Elena Vutova, Christina Gaeva, Vesselin Damyanov, Rossen Spassov, Todor Ovcharov, Trayan Anev, Raycho Stanev, Oktay Anilanmert, Güngör Iblikçi, Fevzi Karakoç, Emin Koç, Yusuf Ziya Aygen, Fabiola Ungredda κ.ά. Οι φιλότεχνοι έχουν την ευκαιρία να δούνε μια ποικιλία χαρακτικών και από άλλες χώρες αλλά και τυπώματα που έχουν γίνει με όλες τις τεχνικές. Όλα τα έργα είναι αριθμημένα σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων.


Οι τιμές των χαρακτικών θα είναι σε προσιτές τιμές, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την δημιουργία μικρών συλλογών. Άλλωστε σκοπός της Ένωσης Ελλήνων Χαρακτών, αλλά και του Τεχνοχώρου, είναι η άμεση επαφή του κοινού με τους καλλιτέχνες και τα έργα τους, χωρίς την μεσολάβηση τρίτων. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την ασφάλεια της αυθεντικότητας αλλά και την χαμηλή τιμή, των έργων.


Για την περίοδο των γιορτών τις ημέρες Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου, Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου, Πέμπτη 1 Ιανουαρίου & Παρασκευή 2 Ιανουαρίου ο Τεχνοχώρος θα είναι κλειστός.

Τ Ε Χ Ν Ο Χ Ω Ρ Ο Σ
α ί θ ο υ σ α τ έ χ ν η ς
Λ ε μ π έ σ η 4 & Μακρυγιάννη, 117 42 Αθήνα
τηλ/fax 2109228370

Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2008

Ενας Κούρδος χαράσσει τη μνήμη

Ο Σερχάτ παρουσιάζει την έκτη ατομική του έκθεση

«Δάκρυα», 2007. Εργο του Σερχάτ, ο οποίος στα 18 ήρθε ως πολιτικός πρόσφυγας στην Ελλάδα από το Κουρδιστάν, το 1984 «Ακυρώνοντας τη λήθη» ο Σερχάτ ( Serhad Τseliker Βapir ) δοκιμάζει τη μνήμη του. Ενας κούρδος χαράκτης και ζωγράφος, ο οποίος έχει εντελώς εξελληνιστεί (ύστερα από 22 χρόνια στην Ελλάδα) και τα έργα του οποίου έχουμε συναντήσει στην Εθνική Πινακοθήκη, στο Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Θεσσαλονίκης, σε ιδιωτικές και δημόσιες συλλογές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, παρουσιάζει τώρα την έκτη ατομική του έκθεση στον Τεχνοχώρο.

« Το να θυμάται κανείς το παρελθόν του σημαίνει να συμφιλιώνεται με τον εαυτό του. Οσο επίπονη η μνήμη,άλλο τόσο και δημιουργική, σαν δεξαμενή εμπειριών, ιδεών και γνώσης. Το να ακυρώνεις τη λήθη, να θυμάσαι, είναι εφόδιο για να κατανοήσεις το σήμερα και να καταστρώσεις ένα σχέδιο για το μέλλον.Οπως έχω γράψει, είναι ένα βέλος πάνω στο τόξο: όσο το τραβάς προς τα πίσω, τόσο θα είναι σε θέση να πεταχτεί μακριά,στο παρόν και στο μέλλον ».

Ολα όσα λέει ο Σερχάτ δεν είναι κούφιες θεωρίες, «έπεα πτερόεντα», αλλά αποκρυσταλλωμένη εμπειρία. « Ηρθα ως πολιτικός πρόσφυγας στην Ελλάδα από το Κουρδιστάν το 1984 λόγω της πολιτικής μου δράσης στο Κουρδικό Απελευθερωτικό Κίνημα.Ημουν μικρός,μόλις 18, αποκόπηκα βίαια από την πατρίδα μου ». Επειδή είχε φανερή κλίση στα καλλιτεχνικά, στα 23 του, και έχοντας μάθει ελληνικά, μπήκε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Θεσσαλονίκης. Αργότερα πήρε από τη Σχολή και δεύτερο πτυχίο, χαρακτικής.

« Αυτή λοιπόν η σειρά έργων είναι ένας διάλογος με την πατρίδα μου και τον πολιτισμό μου.Για μένα η τέχνη είναι η πορεία για να προσεγγίσω τα μακρινά βιώματά μου, αυτά που δεν θέλω να αποσιωπηθούν ». Η συστηματική προσπάθειά του να ακυρώσει τη λήθη και με όχημα τη μνήμη να δημιουργήσει, να προχωρήσει μπροστά, φαίνεται σε αυτή την ενότητα έργων. « Επικρατούν γήινα χρώματα,υπάρχουν κάποια σύμβολα που επανέρχονται όπως οι γερανοί στα ψηλά βουνά του Κουρδιστάν,που όταν έρχονται προμηνύουν την άνοιξη. Βλέπουμε σκάλες που μας παραπέμπουν στη μετατόπιση, εσωτερικά και εξωτερικά, από τον έναν τόπο στον άλλον ».

Ομως δεν θα ήταν δίκαιο να μας ενδιαφέρει η τέχνη του απλώς επειδή εμπεριέχει το «εξωτικό» στοιχείο: « Αυτά τα έργα πρέπει να κριθούν ανεξαρτήτως από τους συμβολισμούς και από την καταγωγή μου,όπως βλέπουμε έργα άλλων καλλιτεχνών ». Εχει μελετήσει τους έλληνες χαράκτες, μεταξύ πολλών άλλων τη Βάσω Κατράκη και τον Τάσσο . « Στη χαρακτική βρήκα μια γλώσσα προσωπικής έκφρασης αμεσότερη·ένα πρόσφορο έδαφος επικοινωνίας ». Ο Σερχάτ δεν δυσκολεύτηκε ποτέ να επικοινωνήσει με τους Ελληνες και στη δική του περίπτωση η όσμωσή του με την Ελλάδα λειτούργησε θετικά. « Οταν ήρθα εδώ, οι ξένοι ήταν λίγοι.Δεν υπήρχε η σημερινή ψυχρότητα».
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΔΑΦΕΡΜΟΥ


ΤΟ ΒΗΜΑ, Σάββατο, 8 Νοεμβρίου 2008.
http://www.tovimadaily.gr//Article.aspx?d=20081108&nid=10300044&sn=&spid=






Τεχνοχώρος, Λεμπέση 4 και Μακρυγιάννη, τηλ. 210 9228.370. Ως τις 6 Δεκεμβρίου.

Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2008

Αιχμαλωσία, 2005, χάραξη σε plexiglass και ξύλο, 102x82 εκ.


Πρόσκληση για την έκθεση του Serhad Bapir

Αναγέννηση, 2005, λινόλεουμ και κολλαγραφία, 32x32 εκ.




Έκθεση χαρακτικής του Serhad: Ακυρώνοντας τη λήθη



Τ Ε Χ Ν Ο Χ Ω Ρ Ο Σ
α ί θ ο υ σ α τ έ χ ν η ς
Λ ε μ π έ σ η 4 & Μακρυγιάννη, 117 42 Αθήνα
τηλ/fax 2109228370 e-mail : info@haraktes.org
http://www.haraktes.org/


Την Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2008 στις 8 το βράδυ, θα πραγματοποιηθούν τα εγκαίνια της ατομικής έκθεσης του Χαράκτη Serhad (Σερχάτ) με τον τίτλο:

Ακυρώνοντας τη Λήθη

Ο Serhad Tseliker Bapir γεννήθηκε στο Κουρδιστάν. Το 1984 διέφυγε στην Ελλάδα, όπου και παρέμεινε, ως πολιτικός πρόσφυγας. Το 1992 αποφοίτησε από το τμήμα ζωγραφικής της Σχολή Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ. ενώ το 2007 πήρε το πτυχίο της Χαρακτικής.
Το έργο του είναι έντονα πολιτικοποιημένο, γεμάτο προσωπικά βιώματα Αυτό υποστηρίζει και ο ίδιος λέγοντας ότι «Η προσέγγιση του παρελθόντος, σε χαμένο τόπο και χρόνο, είναι ένα δύσκολο επιχείρημα. Σύμφωνα με μια άποψη, τα πράγματα που είναι περασμένα, είναι άχρηστα και ξεπερασμένα. Εγώ δεν συμφωνώ με αυτήν την άποψη. Τουλάχιστον, η τέχνη έρχεται και διαδραματίσει ένα σημαντικό ρόλο πάνω σε αυτό που ονομάζουμε μνήμη. Αντί το παρελθόν ενός ατόμου ή ακόμα ενός ολόκληρο έθνους να είναι μια διαρκής πληγή, είναι ευχής έργου να είναι η δεξαμενή εμπειριών, ιδεών και γνώσης. Εξάλλου κανείς πρέπει να συμφιλιωθεί με τον εαυτό του και πρωτίστως με το παρελθόν του. Η μνήμη είναι ένα καλό εφόδιο για να κατανοήσουμε το σήμερα. Είναι σαν ένα βέλος πάνω στο τόξο, όσο το τραβάς προς τα πίσω, τόσο θα είναι σε θέση να πεταχτεί μακριά, στο παρόν και το μέλλον. Αυτή η προσέγγιση στον χαμένο χθες, μέσω της τέχνης της χαρακτικής, για έναν πολιτικό πρόσφυγα από το Κουρδιστάν, είναι μια εξάσκηση μνήμης ενάντια στη λήθη, είναι η επιβεβαίωση για το σήμερα και ένα πεδίο έρευνας για το αύριο. Με αυτό τον τρόπο η τέχνη γίνεται μέρος της ψυχικής του αντίστασης και λειτουργεί θεραπευτικά.»

Από την δική της πλευρά, η Ιστορικός Τέχνης, Ελένη Κάρτσακα, γράφει για το χαρακτικό του έργο ότι «…καταφεύγει διαρκώς στον ποταμό της μνημοσύνης για να ανασύρει εικόνες φυλαγμένες με ιδιαίτερη προσοχή και ευλάβεια. Εικόνες που παραθέτει με ειλικρίνεια, ευθύτητα αλλά και σύνεση επιχειρώντας όχι απλά μια νοσταλγική αναπόληση αλλά μια πραγματική τεκμηρίωση της ταυτότητάς του. Αυτή η ζωτική ανάγκη τεκμηρίωσης μετουσιώνει κάθε επιμέρους δημιουργία σε μοναδικό μνημείο που αντιπαλεύει τη λήθη, σπονδή στη συλλογική μνήμη, πολύτιμο αλφαβητάρι για αναλφάβητους που επιθυμούν να διδαχθούν την ιστορία, έτσι που το συνολικό του έργο παύει να αποτελεί απλή καταγραφή κάποιας προσωπικής ιστορίας και μεταμορφώνεται σε εικονογραφική εποποιία που εξιστορεί τη συνέχεια του λαού του μέσα στο χρόνο.
Για το λόγο αυτό και παρά τις όποιες παρεκκλίσεις και αναζητήσεις στο πεδίο του αφηρημένου, η τέχνη του Σερχάτ παραμένει παραστατική με μια ιδιαίτερη αγάπη στο συμβολισμό. Η συμβολιστική του, που δεν αποτελεί δάνειο αλλά προέρχεται και εκφράζει δικά του βιώματα, χρησιμοποιείται με σταθερότητα και επιμονή αλλά ταυτόχρονα με σύνεση και λεπτή αίσθηση του μέτρου η οποία προφυλάσσει από την υπερβολή και τον κορεσμό. Τα σύμβολα κάνουν διαρκώς αισθητή την παρουσία τους στο έργο του. Συχνά εμφανίζονται εκεί που δεν τα περιμένεις, συνήθως μετά από μια δεύτερη προσεκτικότερη ανάγνωση. Δεν θα ήταν, μάλιστα, υπερβολή να πούμε πως η γλώσσα των συμβόλων αγκαλιάζει σαν λεπτό αργυρό δίχτυ όλο του το έργο επιτρέποντας τη συνοχή και τον δημιουργικό διάλογο μεταξύ των έργων του. Έτσι παρόλο που ο καλλιτέχνης επιλέγει τα σύμβολα ανάλογα με τις ιδιαίτερες, κάθε φορά, εκφραστικές του ανάγκες, πάντα καταφέρνει -εκμεταλλευόμενος την ιδιότητά τους- να λειτουργούν μονοσήμαντα, να τα μετατρέπει σε φορείς και πομπούς συγκεκριμένων μηνυμάτων χωρίς αυτό να σημαίνει υπαναχώρηση σε σχέση με το σημαντικότερο μέλημα του δημιουργού, δηλαδή τον τρόπο ενσάρκωσης της ιδέας.»


Ο Σερχάτ εργάζεται από το 1997 στην Μέση Εκπαίδευση. Είναι μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (E.E.T.E), του Συλλόγου Καλλιτεχνών Εικαστικών Τεχνών Βορείου Ελλάδος (Σ.ΚΕ.Τ.Β.Ε) και της Ένωσης Ελλήνων Χαρακτών (Ε.Ε.Χ). Είναι η 6η του ατομική έκθεση, ενώ δουλειά του έχει παρουσιάσει και σε δεκάδες ομαδικές («3rd Egyptian International Print Trienale», Αίγυπτος, Galerija-Dom Kulture, Belgrad, Σερβία, «Αστικά Τοπία», Πινακοθήκη Δήμου Αθηναίων, «Η Ελληνική Χαρακτική Σήμερα», Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Θεσσαλονίκη κ.ά).Αρκετά από τα έργα του βρίσκονται σε ιδιωτικές και δημόσιες συλλογές στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Η έκθεση θα έχει διάρκεια από 5 Νοεμβρίου έως 6 Δεκεμβρίου 2008.
Ώρες λειτουργίας: Τρίτη- Παρασκευή: 18:00-21:00
Σάββατο: 12:00-15:00 Κυριακή και Δευτέρα κλειστά

Περισσότερες πληροφορίες για τον καλλιτέχνη και τη δουλειά του μπορείτε να βρείτε στην ιστοσελίδα http://serhadart.blogspot.com

Πρόσφυγες στην Μεσόγειο, 2001 οξυγραφία, 32χ24,5 εκ.


Πόλη 3, 2005, λινόλεουμ και κολλαγραφία, 32x32 εκ.


Σερχάτ- Ταξίδι στην Τέχνη της Χαρακτικής

Πάνε πολλά χρόνια τώρα που γνωρίζω το Σερχάτ. Ίσως δεκαπέντε αν η μνήμη μου δεν με απατά. Πρώτα ήταν φοιτητής του Εργαστηρίου του Μίμη του Κοντού και μετά πήρε το δεύτερό του πτυχίο στη χαρακτική. Δε μπορώ να είμαι αντικειμενικός και θα πω πως η χαρακτική κέρδισε τελικά το Σερχάτ. Ίσως γιατί πιστεύω ότι τελικά αυτός ήταν ο πιο πρόσφορος τρόπος για τον ίδιο να εκφραστεί. Και πιστέψτε με ο Σερχάτ έχει πολλά να μας πει. Και για ό,τι μιλάει το έχει βιώσει. Οι ιστορίες του δεν είναι ψεύτικες. Είναι αληθινές όσο είναι αληθινό το αλάτι του Αιγαίου και η σκόνη από το χώμα του Κουρδιστάν. Γιατί ο Σερχάτ γεννήθηκε σε κείνο τον τόπο, τον πολύπαθο που προσπαθεί να αποκτήσει εδώ και καιρό την κρατική του οντότητα.
Όταν ο Σερχάτ ήρθε στο εργαστήριο χαρακτικής ήδη είχε διαμορφωμένο έναν αισθητικό ορίζοντα τον οποίο μεγάλωσε με τις καινούργιες γνώσεις που του πρόσφερε η χαρακτική. Γνώσεις τεχνικής αλλά και αισθητικής αντίληψης ανάλογων με τις ποιότητες που προσφέρει η χαρακτική. Είχε επιλέξει εδώ και καιρό το εικαστικό του λεξιλόγιο που είναι προσανατολισμένο στην εικόνα και τη δυναμική της. Σε μία δυναμική που δεν αφήνει περιθώρια αβεβαιότητας όσον αφορά την καθαρότητα του μηνύματος που στέλνει ο καλλιτέχνης στο θεατή. Η τέχνη του έχει χροιά καταγγελτική και πανανθρώπινη. Και αυτό γιατί οι ιστορίες που διηγείται είναι γεγονότα που συμβαίνουν ακόμα και σήμερα. Ο λόγος του μας αφυπνίζει, μας κρατάει σε εγρήγορση και μας επαναλαμβάνει ότι η ανθρώπινη σκέψη όταν εκφράζεται μέσω του καλλιτεχνικού συντακτικού, σκοπό έχει όχι το διάκοσμο αλλά την παιδεία της ψυχής και τη συμμετοχή της στο γίγνεσθαι που προτείνει. Οι εικόνες του είναι γεμάτες ευαισθησία νοσταλγία αλλά και όνειρα για ένα μέλλον. Οι τοπιογραφίες του έχουν ένα δραματικό στοιχείο που ο καθένας μας μπορεί να αναγνωρίσει , αφού τα χωριά που παρουσιάζει είναι γυμνά από την ανθρώπινη παρουσία.
Ο καλλιτέχνης συνεχίζει το ταξίδι του. Από τον ελληνικό χώρο όπου ζει και δημιουργεί μας ταξιδεύει μαζί με τη δική του σκέψη και μας γνωρίζει σε πραγματικότητες που ίσως ποτέ δε θα θέλαμε να δούμε και να γνωρίσουμε. Για κείνον το ταξίδι είναι χρέος , για μας πρέπει να είναι προσκύνημα.

Ξενής Σαχίνης
Αν. Καθηγητής Χαρακτικής Α.Π.Θ.
Απρίλιος 2008

Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2008

Διάλογος του Σερχάτ Τσελικέρ Μπαπίρ (Serhad) για την χαρακτική του με τον Βασίλη Ιωαννίδη *

Βασίλης Ιωαννίδης: Σερχάτ να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Διαβάζουμε στο βιογραφικό σου: Ο Σερχάτ γεννήθηκε στο Κουρδιστάν το 1964 και από το 1984 ζει στην Ελλάδα, «όπου κατέφυγε σαν πολιτικός πρόσφυγας». Η επισήμανση με τα εισαγωγικά είναι δική μου προσθήκη, δεν αναφέρεται στο βιογραφικό και την θεωρώ απαραίτητη για την μελέτη, και την σωστή προσέγγιση του έργου σου. Σκιαγράφησέ μας συνοπτικά τα χρόνια που έζησες στο Κουρδιστάν και τη σχέση που είχες με τη ζωγραφική τα χρόνια εκείνα.

Serhad: Γεννήθηκα στο Κουρδιστάν και όπως σημειώνω και στο δίγλωσσο κατάλογο με τα χαρακτικά μου «Χαρακτική Σερχάτ», το 1984 διέφυγα στην Ελλάδα, όπου και παρέμεινα, ως πολιτικός πρόσφυγας.
Στο Κουρδιστάν έμεινα μέχρι τα 19 μου χρόνια˙ έπειτα λόγω της πολιτικής μου δράσης υπέρ του κουρδικού εθνικού απελευθερωτικού κινήματος, αναζητήθηκα από την τουρκική χούντα. Εγκατέλειψα την πατρίδα μου και έζησα περίπου ενάμισυ χρόνο ως καταζητούμενος στην Τουρκία.
Την βασική και μέση εκπαίδευσή μου πήρα στα τουρκικά σχολεία, στη γενέτειρα πόλη μου το Tetwan του Κουρδιστάν. Τότε, όπως και σήμερα, η διδασκαλία στην μητρική μου γλώσσα στα κουρδικά απαγορευόταν. Αυτή η απαγόρευση στοχεύει αρχικά στην γλωσσική και μετέπειτα στην εθνική αφομοίωση των Κούρδων. Για μας η γνωριμία με το «κρυφό σχολειό» ξεκίνησε από πολύ νωρίς, καθώς διαβάζαμε παράνομα τα κουρδικά αλφαβητάρια που ήταν απαγορευμένα σύμφωνα με τους άδικους τουρκικούς νόμους. Να μιλάς με πείσμα την μητρική σου γλώσσα και επιπλέον να την μαθαίνεις και γραπτά, τότε όπως και σήμερα, ήταν μεγάλη ανυπακοή στις τουρκικές κατοχικές αρχές.
Το Tetwan πριν μερικές δεκαετίες ήταν μια πόλη με 40 χιλιάδες κατοίκους, όμως εξαιτίας της καταστροφής 3.500 κουρδικών χωριών από το τουρκικό στρατό, ο πληθυσμός της σήμερα έχει διπλασιασθεί. Είμαστε 12 αδέλφια και η πολιτική δράση, όπως συμβαίνει και σε πολλές άλλες οικογένειες, έχει σημαδέψει όλα τα μέλη της οικογένειάς μου. 6 αδέλφια βρισκόμαστε στη Δυτική Ευρώπη από τα οποία οι 4 είναι πολιτικοί πρόσφυγες.
Η πρώτη επαφή μου με την ζωγραφική ξεκίνησε στο Κουρδιστάν σε πολύ μικρή ηλικία, αλλά για αυτό θα μιλήσω λίγο παρακάτω.

Β. Ιωαννίδης: Εν πολλοίς η τέχνη του Κουρδιστάν μας είναι άγνωστη. Δώσε μας κάποια χαρακτηριστικά στοιχεία της, ένα αδρό πλαίσιο και κυρίως αν αυτή επέδρασε στην εικαστική έκφρασή σου και με ποιόν τρόπο.


Serhad: Το Κουρδιστάν είναι μια χώρα που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην απαρχή της γεωργίας, την εξημέρωση των ζώων και την εγκατάσταση των ανθρώπων σε κατοικίες. Σε αυτή την περιοχή αναπτύχθηκαν σπουδαίοι πολιτισμοί όπως των Mitani, Urartou, Hurri, Med. Για παράδειγμα, η πόλη Hewlêr (Αρβύλα) θεωρείται σήμερα μια από τις πιο σπάνιες πόλεις παγκοσμίως, όπου επί 9.000 χρόνια οι άνθρωποι είναι συνεχώς εγκαταστημένοι εκεί.
Όμως για να κατανοήσουμε την τέχνη του Κουρδιστάν πρέπει πρώτα να δούμε το ιστορικό και θρησκευτικό πλαίσιο του Κουρδιστάν στο παρελθόν. Οι περισσότεροι Κούρδοι στο διάστημα του 7ου έως 10ου αιώνα εξισλαμίσθηκαν βίαια. Παρότι οι Κούρδοι κρατάνε έως σήμερα στα ήθη και έθιμά τους πάρα πολλά στοιχεία από την αρχαία θρησκεία τους τον Ζωροαστρισμό, και ένα ποσοστό 4-5% των Κούρδων είναι συνεχιστές αυτής της θρησκείας (Êzıdi), η απαγόρευση της αναπαράστασης ανθρώπινων ή τυχόν θεϊκών μορφών στο Ισλάμ, επηρέασε ριζικά και την κουρδική κοινωνία.
Ό, τι απαγορευόταν καταστράφηκε. Ευδοκίμησε όμως ένα είδος φυτικής και γεωμετρικής διακοσμητικής που την συναντάμε κυρίως σε ισλαμικούς ναούς, στα κτήρια των ιεροδιδασκαλείων, σε παλάτια και σε περίτεχνα χειρόγραφα. Επίσης να προσθέσω και ένα είδος ζωγραφικής, μικρογραφίας με ανατολικές και ινδικές επιρροές. Στις μικρογραφίες αυτές βλέπουμε τους ανθρώπους σε διάφορες δραστηριότητες, όπως σκηνές πολέμου, κυνηγιού, ερωτικά ή ηρωικά έπη κλπ. σε περιβάλλοντα χώρο. Αυτές οι μικρογραφίες ήταν κυρίως μέρος των εικονογραφικών προγραμμάτων των χειρογράφων των προηγούμενων αιώνων και τώρα βρίσκονται σε συλλογές των διαφόρων μουσείων των δυτικών κρατών. Ήδη από τον 16ο αιώνα είναι γνωστά κάποια ονόματα Κούρδων καλλιτεχνών και συλλεκτών των μικρογραφιών και των χειρογράφων.
Από την άλλη μεριά επειδή θεωρήθηκαν ως ειδωλολατρικά σύμβολα, ένα μεγάλο μέρος της πλαστικής τέχνης καταστράφηκε. Διασώθηκαν όμως πάρα πολλά, κυρίως ανάγλυφα, από την εποχή των Μηδών με παραστάσεις από βασιλείς, πολεμικές σκηνές και θρησκευτικές τελετές των Ζωροαστρών πάνω στους κομμένους μεγάλους βράχους, καθώς επίσης και το θαυμάσιο διεθνούς επιπέδου συγκρότημα των γιγάντιων γλυπτών με ποικίλες θεότητες από το βασίλειο Kommagene σε ύψος 2000 μέτρων στο βουνό του Nemrûd που χρονολογούνται από την εποχή 1ου αιώνα π.Χ. Επιπλέον υπάρχουν σε τείχη, πύργους και παλάτια αρκετών αρχαίων και μεσαιωνικών πόλεων σημαντικά ανάγλυφα κυρίως ζωικών και φυτικών μορφών. Θαυμάσια είναι και ψηφιδωτά από τα δημόσια και ιδιωτικά κτήρια της ελληνιστικής αλλά κυρίως της ρωμαϊκής περιόδου. Οι πρόσφατες «διασωστικές» ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν σε ένα μέρος μόνο της αρχαίας πόλη Zeugma, λίγο πριν να βυθισθεί στην Άδητα των τεραστίων φραγμάτων που έχτισε το τουρκικό κράτος πάνω στον Ευφράτη ποταμό, έφεραν στο φως σπουδαία ψηφιδωτά σε παγκόσμια κλίμακα.
Σημαντικοί είναι και οι ιεροί ναοί των Êzıdi με ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά και ποικίλα θρησκευτικά σύμβολα όπως ο Άγγελος - Παγώνι. Σε όλα αυτά να συμπεριλάβουμε εικόνες και ανάγλυφα γλυπτά από τις παραδόσεις των χριστιανών κατοίκων του Κουρδιστάν όπως Αρμένιους, Ασύριους και ακόμα τους λιγοστούς Κούρδους της χριστιανικής και ιουδαϊκής θρησκείας.
Επειδή οι Κούρδοι δεν έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν ακόμη το δικό τους κράτος, όλη αυτή η πολιτιστική κληρονομιά βρίσκεται στο έλεος των κατοχικών δυνάμεων της Τουρκίας, Ιράν, Συρίας και ως ένα βαθμό και του Ιράκ.
Από την άλλη πλευρά στο Κουρδιστάν μέχρι πριν από 70-80 χρόνια δεν υπήρχε κάτι που να έχει άμεση σχέση με τη ζωγραφική ούτε υπήρχαν ζωγράφοι αν εξαιρέσουμε βέβαια την κουρδική λαϊκή τέχνη όπως τη συναντάμε στα μοτίβα των παραδοσιακών χαλιών, στις περίτεχνες τσόχες, στις θήκες για τα δημητριακά, στα καλαμένια χωρίσματα των νομάδων, στα περίτεχνα πλεκτά από μαλλί βαμμένα με φυσικές βαφές και σε κάποιες μορφές που είναι ριζωμένες στη κουρδική προφορική παράδοση όπως η μορφή της Şahmaran (που έχει γυναικείο κεφάλι και πολλαπλά άκρα με σχήμα φιδιού). Οι πρώτοι ζωγράφοι είναι ίσως αυτοδίδακτοι ή απόφοιτοι των παιδαγωγικών ακαδημιών, και μετέπειτα των Σχολών Καλών Τεχνών της Βαγδάτης, Δαμασκού, Κωνσταντινούπολης και Τεχεράνης.
Ένα μέρος των καλλιτεχνών αυτών για να μην διακινδυνέψουν την «καλλιτεχνική τους σταδιοδρομία» αποσιώπησαν την κουρδική τους καταγωγή, καθώς απαγορευόταν να δηλώσεις το αυτονόητο, αυτό που είσαι. Τα τελευταία 40-50 χρόνια όμως συναντάμε σημαντικούς καλλιτέχνες που έχουν αποφοιτήσει από τις προαναφερόμενες Σχολές Καλών Τεχνών καθώς από Σ.Κ.Τ. σημαντικών Ευρωπαϊκών χωρών. Σε αυτούς πρέπει να προσθέσουμε τους Κούρδους εικαστικούς καλλιτέχνες από τις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες.
Εδώ και αρκετά χρόνια λειτουργούν 2 Ανώτατες Σχολές Καλών Τεχνών στο ελεύθερο τμήμα του Κουρδιστάν, στις πόλεις Hewlêr και Suleymaniye˙ υπάρχουν επίσης άλλες 8 Ανώτερες (5 χρόνια μετά από το γυμνάσιο) Σχολές Τεχνών σε άλλες πόλεις. Σε αυτό το τμήμα του Κουρδιστάν δραστηριοποιούνται ήδη σημαντικοί καλλιτέχνες. Με την εδραίωση της δημοκρατίας και της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς, πιστεύω ότι η τέχνη θα έχει καλύτερο μέλλον εκεί.
Πρώτη φορά όταν ήμουν 11 ή 12 χρονών είδα κάποιους Κούρδους ζωγράφους στο Tetwan. Αυτοί ήσαν κυρίως απόφοιτοι των παιδαγωγικών ακαδημιών και εργάζονταν και ως καλλιγράφοι για την φιλοτέχνηση των πινακιδίων των καταστημάτων. Αυτή η ομάδα καλλιτεχνών επειδή είχαν επαναστατικές και πατριωτικές απόψεις και δράσεις, βρισκόταν στο κέντρο της προσοχής μου. Στα έργα τους ζωγράφιζαν τους Κούρδους χωρικούς, όψεις των χωριών καθώς και προσωπικότητες των Κούρδων όπως τον Yılmaz Guney που μόλις είχε καταδικασθεί σε πολυετή φυλάκιση από το τουρκικό καθεστώς.
Δεν γνωρίζω αν αυτοί μου δώσανε τα πρώτα εναύσματα, αλλά μπορώ να πω ότι η καλλιτεχνική μου γλώσσα δημιουργήθηκε σταδιακά κατά την διάρκεια των σπουδών μου στην Ελλάδα και βρίσκεται σε εξέλιξη.

Β. Ιωαννίδης: Πρώτα ερεθίσματα, πρώτα βήματα στην ζωγραφική πότε και ποια; Ρίζες, πηγές. Ο ρόλος της οικογένειας. Υπήρχε οικογενειακή παράδοση με καλλιτεχνική παιδεία ή ήταν ένα ατομικό ξεκίνημα και μια μοναχική πορεία;

Serhad: Η σχέση μου με την ζωγραφική ξεκίνησε από τα πρώτα χρόνια του δημοτικού. Ο μεγάλος μου αδελφός που πήγαινε στο γυμνάσιο ζωγράφιζε πολύ ωραία, ακόμα και με λάδια. Πρώτη φορά τότε ανακάλυψα πως είχα την ικανότητα να σχεδιάζω. Στο δημοτικό υπήρχε το μάθημα της ζωγραφικής, αλλά μόνο στο γυμνάσιο και λύκειο δίδασκε ένας καθηγητής της ειδικότητας αυτής. Παρόλο που ήμουνα πολύ καλός μαθητής, ο κόσμος απορούσε γιατί ασχολούμουν με κάτι τόσο άχρηστο όπως η ζωγραφική, καθώς και στο Κουρδιστάν είχαν «μάθει» ότι οι ζωγράφοι πεθαίνουν από την πείνα ή αυτοκτονούν.
Την περίοδο εκείνη ζωγράφιζα με φθηνά υλικά, πολλές φορές με μολύβια για σχέδιο ή ακόμα και με οικοδομικά χρώματα όχι για να αναδειχθώ ως καλλιτέχνης, αλλά περισσότερο για να δείξω στους καθηγητές και στους φίλους μου πως όποτε θέλω είμαι ικανός να ζωγραφίζω καλά. Από αυτήν την περίοδο δεν νομίζω ότι έχει διασωθεί καμία εργασία μου.
Η ζωγραφική για μας έχει γίνει πλέον «οικογενειακή υπόθεση». Ίσως ο μεγάλος μου αδελφός, ο οποίος σπούδασε ιατρική και έγινε γιατρός επανασυνδεθεί κάποτε με την ζωγραφική, αλλά στα υπόλοιπα αδέλφια είχε περάσει πλέον αυτό το ευγενικό μικρόβιο της τέχνης. Πρέπει να προσθέσω ότι μετά το θάνατο του πατέρα μου πέρσι το φθινόπωρο, έμαθα πως στην νεότητά του ήταν ένας ικανότατος καλλιγράφος και μικρογραφίστας των πρωτογραμμάτων και της διακόσμησης με περίτεχνα μοτίβα λογοτεχνικών και θρησκευτικών κειμένων. Στο μέλλον ελπίζω να βρω την δυνατότητα να δω μερικά από αυτά τα χειρόγραφα που έχει στην κατοχή του ένας θείος μου.
Σήμερα μπορώ να πω ότι στα οχτώ αδέλφια μου έχω εντοπίσει λίγο ή πολύ το ταλέντο στη ζωγραφική. Ένας αδελφός μου, ο Amed που σπούδασε την Σχολή Καλών Τεχνών στο Κουρδιστάν, όταν αναζητήθηκε από το τουρκικό δικτατορικό καθεστώς, διέκοψε τις σπουδές του και διέφυγε στην Σουηδία. Η αδελφή μου η Gulageş ολοκλήρωσε τις σπουδές της στην Σχολή Καλών Τεχνών στην Τουρκία, εργάζεται στην μέση εκπαίδευση και συγχρόνως είναι και ενεργός καλλιτέχνης. Η αδελφή μου Laleş που σπούδαζε φιλολογία στα Diyarbekır πριν προσχωρήσει στο κουρδικό αντάρτικο, εδώ και 10 χρόνια εκτίνει ισόβια ποινή στις τουρκικές φυλακές στο Κουρδιστάν. Η ζωγραφική για αυτήν είναι ένα μέρος ψυχικής αντίστασης στα κάτεργα του τουρκικού δικτατορικού καθεστώτος που στοχεύει την εξόντωση των πολιτικών κρατουμένων.

Β. Ιωαννίδης: Πέρα από τα κοινωνικοπολιτικά γεγονότα στο Κουρδιστάν ενημερώνεσαι για την εξέλιξη της τέχνης στην πατρίδα σου και πώς λειτουργούν, τι επιπτώσεις έχουν στην δημιουργία σου όλες αυτές πληροφορίες; Έστω και από μακριά αναπτύσσεται ένας προσωπικός διάλογος, μια συνομιλία με την παρούσα τέχνη στο Κουρδιστάν ή το έργο σου στηρίζεται κυρίως στις βιωματικές εμπειρίες του παρελθόντος, στη νοσταλγία και στη μνήμη, αντιμετωπίζοντας το παρόν με έναν τρόπο διαθλασμένο;

Serhad: Η προσφυγιά για πάρα πολλά χρόνια ήταν και εξακολουθεί και τώρα να είναι ένα σημαντικό εμπόδιο στις επαφές και στις σχέσεις μου με τους Κούρδους καλλιτέχνες. Σήμερα έχω σχέσεις με αρκετούς Κούρδους καλλιτέχνες και η τέχνη τους μου είναι αρκετά γνωστή. Αυτό χάρη στις δυνατότητες που μας προσφέρει το Internet. Πρόπερσι ύστερα από 23 χρόνια προσφυγιάς μπόρεσα να επισκεφτώ το σπίτι και την πατρίδα μου. Τον Δεκέμβριο του 2006 ήμουνα ανάμεσα στους προσκεκλημένους από την Ευρώπη του 1ου Φεστιβάλ των Εικαστικών Τεχνών του Duhok του ελεύθερου τμήματος του Κουρδιστάν. Κατά την διάρκεια της οχταήμερης παραμονής μου εκεί, βρήκα την ευκαιρία να μάθω περισσότερα για την τέχνη και τους καλλιτέχνες. Ανταλλάξαμε απόψεις και παρουσίασα, έστω και ψηφιακά, ένα μέρος της δουλειάς μου.
Πολλά χρόνια τώρα στα κουρδικά έντυπα που τυπώνονται στο Κουρδιστάν, στη Τουρκία και στην διασπορά δημοσιεύονται τα έργα μου, τα κείμενά μου για την τέχνη και τον πολιτισμό, την πολιτική και πραγματοποιούνται συνεντεύξεις μαζί μου. Τα τελευταία 4-5 χρόνια έχουν προστεθεί σε αυτές τις δημοσιεύσεις και οι κουρδικές ιστοσελίδες στο Internet. Σήμερα έχω 2 blog ένα στα κουρδικά και ένα στα ελληνικά. Σε αυτά συγκεντρώνω όλα τα κείμενα που έχω γράψει, κριτικές για το έργο μου, συνεντεύξεις μου και βέβαια δημοσιεύω και μέρος της ζωγραφικής και της χαρακτικής μου.
Το καλλιτεχνικό έργο μου αντλεί δύναμη από τα βιώματα και από τις ρίζες μου, όμως ταυτόχρονα βρίσκεται και σε ένα συνεχή διάλογο με τις κατακτήσεις της δυτικής τέχνης. Προσπαθώ να μετατρέψω τον πόνο της καταπίεσης και της προσφυγιάς σε δύναμη της τέχνης μου, αλλά ταυτόχρονα έχω επίγνωση του κινδύνου ώστε να μη εγκλωβιστώ στην μίζερη πραγματικότητα της προσφυγιάς. Κρατώντας ανοιχτούς τους ορίζοντές μου, προσπαθώ να εκμεταλλευτώ την γνώση που αποκόμισα από τις σπουδές μου αλλά να μάθω και για αυτά που γίνονται σήμερα στο δυτικό κόσμο.
Οι βιωματικές μου εμπειρίες είναι εμφανείς περισσότερο στην χαρακτική παρά στην ζωγραφική μου, παρόλο που οι δυο αυτές εικαστικές γλώσσες βρίσκονται σε συνεχή διάλογο και αλληλοδανείζονται εικαστικές λύσεις στην περίπτωσή μου.
Όπως προανέφερα, στο σύγχρονο Κουρδιστάν οι εικαστικές τέχνες δεν έχουν μεγάλο βάθος χρόνου, ενώ υπάρχουν ελάχιστοι χαράκτες. Αυτό που φαίνεται με την πρώτη ματιά ως μειονέκτημα, που όντως είναι για ένα τόσο μεγάλο έθνος, προσωπικά με βοήθησε ώστε να μη έχω πρότυπα και να μην ακολουθήσω περπατημένους δρόμους. Οι επιρροές μου είναι κυρίως από προσωπικές αφομοιώσεις και το φιλτράρισμα της δυτικής τέχνης, μέρος της οποίας είναι και η νεοελληνική τέχνη.

Β. Ιωαννίδης: 1987-1992 σπουδές ζωγραφικής στη Σχολή Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ. Το 1984 έρχεσαι στην Ελλάδα και το 1987 μπαίνεις στη Σχολή. Μίλησέ μας για αυτή την τριετή περίοδο προσαρμογής, τις δυσκολίες και τα προβλήματα που αντιμετώπισες αλλά και για τα όνειρά σου, τους υψηλούς στόχους που έθεσες και την θέλησή σου να τους πραγματοποιήσεις.


Serhad: Το 1984 που ήρθα στην Ελλάδα, οι μνήμες από την ελληνική χούντα ήσαν ακόμα νωπές. Παρόλο που οι πολιτικοί πρόσφυγες δεν απολάμβαναν καμία μέριμνα ανάλογη του επιπέδου των δυτικών χωρών, ο ελληνικός λαός είχε μια θετική στάση για αυτούς. Όταν ήρθα στην Ελλάδα, πέρα από την μητρική μου γλώσσα τα κουρδικά δεν ήξερα άλλη ξένη γλώσσα εκτός από τα τουρκικά τα οποία μας μάθαιναν με την βία στα τουρκικά σχολεία στο Κουρδιστάν για να ξεχάσουμε τα κουρδικά. Έλπιζα και σχεδίασα να παραμένω για λίγο χρόνο στην Ελλάδα, προκειμένου να γυρίσω πίσω στον αγώνα.
Όμως τα πράγματα δεν πήγαν όπως είχα σκεφθεί. Λίγο αργότερα πήρα υποτροφία για σπουδές από το Κουρδικό Ινστιτούτο του Παρισιού και για να μάθω καλύτερα την ελληνική γλώσσα και να προετοιμαστώ για τις μελλοντικές σπουδές μου ήρθα στην Θεσσαλονίκη. Την χρονιά 1985-1986 σπούδασα στο Σχολείο Νεοελληνικής Γλώσσας στην Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ.
Στην νεοϊδρυθείσα τότε Σχολή Καλών Τεχνών της Θεσσαλονίκης, πέρα από τους τρεις φοιτητές από της μακρινές Σεϊχέλες δεν υπήρχαν άλλοι ξένοι φοιτητές. Υπήρχαν και καμιά δεκαριά Κύπριοι. Μετά την εισαγωγή μου, στο πρώτο έτος είχα γραφεί στο εργαστήριο του Μίμη Κοντού και μετά συνέχισα στο εργαστήριο του Βαγγέλη Δημητρέα. Η σχολή τότε με τα λιγοστά εργαστήριά της λειτουργούσε σε κτήρια προκάτ στην πανεπιστημιούπολη και σε ένα μικρό κτήριο στην οδό Παύλου Μελά. Ο αριθμός των φοιτητών ήταν μικρός και υπήρχε ένα ζεστό κλίμα μεταξύ των φοιτητών.
Για εξίμισυ χρόνια έμενα στην φοιτητική εστία του Ε.Ι.Ν. στις Σαράντα Εκκλησιές της Θεσσαλονίκης σε ένα δωμάτιο 6 τετραγωνικών μέτρων, παρόλα αυτά, τα τελευταία 2,5 χρόνια των σπουδών μου (δηλαδή τα έτη 1990-1992) σε μένα όπως και σε άλλους Κούρδους φοιτητές ασκήθηκε έντονη πίεση από την διεύθυνση των εστιών για να παραδώσουμε τα δωμάτια που μας είχαν πρωτύτερα παραχωρήσει νόμιμα. Θυμάμαι πως ετοιμάστηκα στην πτυχιακή μου εργασία σε συνθήκες δύσκολες κάθε εβδομάδα βάζανε ειδοποιήσεις κάτω από την πόρτα μου για να εγκαταλείψω το δωμάτιο. Παράλληλα με τις σπουδές μου, για να τα βγάλω πέρα οικονομικά δούλευα και ως ελαιοχρωματιστής σε οικοδομές.
Επειδή δεν είχα αποκτήσει ακόμα την ελληνική υπηκοότητα και η απόκτησή της με βάση τα ελληνικά δεδομένα ήταν επίπονη και δύσκολη υπόθεση, δεν σκεφτόμουν να παραμείνω στην Ελλάδα μετά το τέλος των σπουδών μου. Τότε, 2 αδέλφια μου που ζούσανε στη Σουηδία και ένας άλλος στην Γερμανία με συμβούλευαν να πάω να εγκατασταθώ κοντά τους καθώς οι συνθήκες διαβίωσής μου στην Ελλάδα δεν ήταν και τόσο καλές. Όμως σαν χαρακτήρας δεν μού αρέσει να εγκαταλείπω κάτι που έχω αρχίσει πριν το ολοκληρώσω, έτσι την προοπτική να ζήσω στην Δυτική Ευρώπη την άφησα για μετά το τέλος των σπουδών μου.
Εντωμεταξύ προς το τέλος των σπουδών μου γνωρίστηκα με την μελλοντική σύζυγο μου. Αυτή ήταν η πιο σημαντική αιτία για την παραμονή μου στην Ελλάδα.
Όπως οι περισσότεροι οι φοιτητές τότε, έτσι και εγώ δεν σκεπτόμουνα καθόλου να διδάξω στην εκπαίδευση και έλπιζα πως μόνο με την τέχνη μου θα μπορούσα να συντηρήσω τον εαυτό μου. Όμως τα πράγματα δεν ήρθαν έτσι, ιδιαίτερα μετά το γάμο και την απόκτηση των παιδιών μου και αφού είχα αποκτήσει επιτέλους και την ελληνική υπηκοότητα, η διδασκαλία στην εκπαίδευση ήταν σανίδα σωτηρίας για να τα βγάλουμε πέρα ως οικογένεια αλλά και για να συντηρήσω την τέχνη μου.

Β. Ιωαννίδης: 2001-2007, δέκα χρόνια περίπου αργότερα μετά το πτυχίο στη ζωγραφική, σπουδές στην χαρακτική στην ίδια Σχολή και απόκτηση και δεύτερου πτυχίου. Όμως ήδη, πολύ νωρίτερα, από τις 5 ατομικές εκθέσεις που πραγματοποίησες, οι 2 ήσαν εκθέσεις χαρακτικής, 1997 και 2001, και 1 ήταν μικτή, ζωγραφικής και χαρακτικής, το 1998, γεγονός που δηλώνει πως η χαρακτική κατέχει πρωταγωνιστικό ρόλο στο έργο σου.
Πότε εκδηλώθηκε η ανάγκη να εκφραστείς καλλιτεχνικά με την χαρακτική, προηγήθηκε της ζωγραφικής, και τι ουσιαστικά σε ώθησε προς αυτή την κατεύθυνση;


Serhad: Η επαφή μου με την χαρακτική ξεκίνησε από τα πρώτα έτη των σπουδών μου, μέσα στα πλαίσια του υποχρεωτικού μαθήματος στο εργαστήριο της χαρακτικής. Τότε, ο Γιώργος Μήλιος ήταν καθηγητής στο εργαστήριο χαρακτικής. Στην χαρακτική βρήκα ένα πεδίο έκφρασης και απελευθέρωσης, μακριά από τις επιταγές και την ασφυξία της ακαδημαϊκής διδασκαλίας. Σήμερα θεωρώ τον εαυτό μου ζωγράφο και χαράκτη, και όχι ζωγράφο ο οποίος που και που χαράζει ή χαράκτη που ξέρει να ζωγραφίζει. Τα τελευταία 6 χρόνια λόγω των σπουδών μου στην χαρακτική αναγκαστικά έδωσα περισσότερο βάρος σε αυτήν, αλλά συνέχιζα ταυτόχρονα και να ζωγραφίζω.
Πιστεύω πως μετά από τις σπουδές μου στην ζωγραφική, οι σπουδές μου στην χαρακτική με βοήθησαν πολύ στην δουλειά μου. Δεν ήταν μόνο η εκμάθηση και η τριβή με καινούργιες τεχνικές της χαρακτικής, αλλά ήταν και ένας καλός διάλογος με σπουδαίους καθηγητές και φοιτητές.
Όσο αφορά τις εκθέσεις, η χαρακτική λόγω κάποιων ιδιαιτεροτήτων της όπως το να τυπώνεται πάνω σε χαρτί και να έχει πιο προσιτή τιμή ίσως να ήταν πιο εύκολο για μένα να κάνω περισσότερες εκθέσεις χαρακτικής παρά ζωγραφικής. Το χαρακτικό έργο μεταφέρεται πιο εύκολα, για παράδειγμα για την έκθεση που πραγματοποίησα στην Σουηδία απλώς πήρα τα χαρακτικά μου σε πασπαρτού μέσα σε ένα μεγάλο φάκελο και τις κορνίζες τις βρήκα έτοιμες εκεί.

Β. Ιωαννίδης: Τι θέση θεωρείς ότι κατέχει στο έργο σου η χαρακτική; Εκφράζεσαι καλύτερα με αυτήν, λειτουργεί συμπληρωματικά, παράλληλα με την ζωγραφική ή αυτοδύναμα; Τι ανάγκες καλύπτει που δεν καλύπτει η ζωγραφική;

Serhad: Πρέπει να πω πως ανάμεσα στην ζωγραφική και στην χαρακτική μου δεν υπάρχουν απροσπέλαστοι τοίχοι, το σχέδιο που παίζει ένα σημαντικό ρόλο στην ζωγραφική, και στην περίπτωση της χαρακτικής επίσης έχει πρωταρχική σημασία. Δεν αγνοώ τη λειτουργία του χρώματος που υπάρχει σε αυτές τις δυο τέχνες και πόσο σημαντικό ρόλο παίζει.
Το χαρακτικό μου έργο είναι η προέκταση της ζωγραφικής μου αλλά και το αντίστροφο. Κάθε μια από τις τέχνες αυτές έχουν κάποιες ιδιαιτερότητες, προπαντός η χαρακτική που έχει να κάνει περισσότερο με την χειρωνακτική εργασία και με διάφορες τεχνικές. Το σχέδιο όμως στο έργο μου παραμένει ο συνδετικός κρίκος που ενώνει και δίνει τις εικαστικές λύσεις σε αυτές τις δυο τέχνες. Τα χαρακτικά μου δεν είναι μια μεταφορά και αναπαραγωγή της ζωγραφικής μου στην χαρακτική όπως γινότανε στον 16Ο αιώνα ή ακόμα μέχρι και την ανακάλυψη της φωτογραφίας. Από την άλλη μεριά θεωρώ γελοίο πράγμα αυτό που γίνεται κατά κόρον στην Ελλάδα και αλλού εδώ και καιρό, δηλαδή η εκτύπωση σε αφίσες των ζωγραφικών έργων και η βάπτισή τους ως χαρακτική, κυρίως ως μεταξοτυπία.
Η χαρακτική ως ανεξάρτητη τέχνη παρόλο που πραγματοποιείται όπως η ζωγραφική σε δυο διαστάσεις εκ πρώτης όψεως μοιάζει με την ζωγραφική. Έχει όμως και κάποιες ιδιαιτερότητες, την τριβή με τα εργαλεία και τα υλικά της χάραξης που είναι πολύ σημαντικές και η ανακάλυψη αυτών των ιδιαιτεροτήτων γίνεται αβίαστα και σταδιακά, στην πορεία της δημιουργίας του έργου όλα τα πράγματα είναι ρευστά, μέχρι να τυπώσεις την μήτρα και ως τότε δεν είσαι τόσο σίγουρος για το αποτέλεσμα. Και πάλι μετά από κάποιες δοκιμές, έχεις την δυνατότητα να οδηγήσεις το έργο προς κάποια άλλη κατεύθυνση. Όλη αυτή η διαδικασία είναι επίπονη αλλά και γοητευτική.
Στην χαρακτική κάνεις κάποια πράγματα που στην περίπτωση της ζωγραφικής δεν τα έχεις. Στην ζωγραφική ενώ «χτίζεις» το έργο σου, σταδιακά βλέπεις και το αποτέλεσμα, δηλαδή όταν έχεις ρίξει τις τελευταίες πινελιές ή γραμμές έχεις ολοκληρώσει πλέον το έργο σου, ενώ στην χαρακτική πρώτα υπάρχει το σχέδιο όπως και στην ζωγραφική, αποκεί και μετά τα πράγματα αλλάζουν. Οι ιδιαιτερότητες του υλικού που θα δεχθεί την χάραξη και ο τρόπος με τον οποίο θα χαράξεις έχουν ιδιαίτερη σημασία. Και ερχόμαστε στο τύπωμα της μήτρας, ο τρόπος με το οποίο θα μελανωθεί η μήτρα και η πίεση που θα δεχθεί παίζουν σημαντικό ρόλο. Στην ζωγραφική έχεις ένα θέμα ή μια ιδέα που κατευθείαν την πραγματοποιείς, ενώ στην χαρακτική για να πραγματοποιήσεις αυτήν την ιδέα σου περνάς από τους λαβύρινθους της αναζήτησης και των πειραματισμών αποκομίζοντας διαρκώς γνώση και εμπειρία.

Β. Ιωαννίδης: Η παραγωγή ενός έργου σε πολλαπλά αντίτυπα με την χαρακτική, έστω και σε περιορισμένο αριθμό, προσφέρει μεγαλύτερο κέρδος στον δημιουργό και παράλληλα δίνει την δυνατότητα σε ένα ευρύτερο κοινό να το αγοράσει σε προσιτή τιμή. Το γεγονός αυτό καθιστά την χαρακτική, τουλάχιστον όσον αφορά το οικονομικό σκέλος, μια λαϊκότερη μορφή εικαστικής τέχνης. Ποια η δική σου άποψη και πόσο σημαντικός είναι ο οικονομικός παράγοντας στην επιλογή σου να εκφραστείς με την χαρακτική;

Serhad: Όντως αυτή η ξεχωριστή ιδιαιτερότητα της χαρακτικής, το να είναι σε περισσότερα αντίτυπα και συνάμα να είναι όλα τα αντίτυπα εξίσου πρωτότυπα και γνήσια έργα τέχνης είναι ένα από τα σημαντικά πλεονεκτήματα της χαρακτικής. Αυτή η πολλαπλή παραγωγή είναι και η αιτία της φθηνής τιμής της. Για αυτό η χαρακτική έχει χαρακτηριστεί «η τέχνη που είναι για τους πολλούς» και για τους λιγότερο προνομιούχους. Αυτή η δυνατότητα έκανε την χαρακτική προσιτή και στους λιγότερο εύπορους φιλότεχνους. Επιπλέον το τυπωμένο έργο μπορεί να μεταφερθεί εύκολα και να διαδοθεί, δηλαδή το χαρακτικό έργο ήρθε να καλύψει τις ανάγκες επικοινωνίας του μεγάλου κοινού με την τέχνη.
Αυτές οι ιδιαιτερότητες της χαρακτικής, συνέπεσαν και με τις αριστερές μου καταβολές τότε που ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή μαζί της. Όμως στην πορεία μου διαπίστωσα το μεγάλο χάσμα που υπήρχε ανάμεσα σε αυτά που διαβάζαμε και ονειρευόμασταν και σε αυτά που συνέβαιναν.
Η χαρακτική για μένα έγινε περισσότερο μια τέχνη που μου έδινε συγκεκριμένες εικαστικές λύσεις στις αναζητήσεις μου παρά μια τέχνη για πολιτικές διακηρύξεις. Παρόλα αυτά ένα μέρος της δουλειάς μου είναι πολιτικοποιημένο. Αυτή είναι μια συνειδητή επιλογή που έχει να κάνει με εμένα ως μέλος ενός καταπιεσμένου και καταδιωκόμενου έθνους, μια προσωπική εθελούσια ευθύνη μου απέναντι στα διαδραματιζόμενα και την ιστορία.
Από την άλλη μεριά δεν νομίζω πως είναι πολλοί εκείνοι που κάνουν χαρακτική προκειμένου να κερδίσουν παραπάνω χρήματα από όσο θα κέρδιζαν από την ζωγραφική τους, δεν νομίζω ότι κανείς κερδίζει τόσο χρήματα από την χαρακτική του, εκτός από κάποιους όντως μεγάλους χαράκτες. Αυτή είναι μια επιφανειακή προσέγγιση στην τέχνη της χαρακτικής και παραβλέπει τις βαθύτατες αιτίες που οδήγησαν ακόμα και σπουδαίους ζωγράφους να εκφρασθούν με αυτήν.
Εγώ προσωπικά περιορίζω τα δικαιώματά μου σε κάποια έργα το πολύ στα 20 αντίτυπα και ποτέ δεν τυπώνω σε αυτό το τιράζ, συνήθως τυπώνω 3 με 5 αντίτυπα. Αφού έχει τελειώσει ο κύκλος της έρευνας και αναζήτησης και έχουν τυπωθεί τα πρώτα αντίτυπα, και αφού δεν έχεις δυνατότητα να τα πουλήσεις, το τύπωμα των υπόλοιπων αντιτύπων, μου έρχεται πολύ βαρετή και μη δημιουργική δουλειά και προτιμώ αντί να τυπώσω τα υπόλοιπα και να χάσω τον χρόνο μου, να ξεκινήσω ένα καινούριο έργο.

Β. Ιωαννίδης: Στοιχεία του τρόπου ζωής της ελληνικής πραγματικότητας καθώς και ο ιστορικός και φυσικός χώρος έχουν περάσει στο έργο σου και αν ναι με ποιον τρόπο;


Serhad: Στοιχεία από την ελληνική πραγματικότητα είναι περισσότερο εμφανή στην ζωγραφική μου παρά στην χαρακτική μου. Ακόμα και στα χαρακτικά τοπία προτίμησα να δουλέψω έστω από μνήμης τα τοπία του Κουρδιστάν. Ίσως η προσφυγιά και η στέρηση από ένα ολόκληρο έθνος του δικαιώματος στην αυτοδιάθεση της ίδιας γης που του ανήκει, να με οδήγησαν σε αυτήν την επιλογή.
Πρέπει να πω ότι έχω μελετήσει μέχρι ένα βαθμό την νεοελληνική τέχνη και εξίσου την ελληνική χαρακτική. Οι επιρροές από την νεοελληνική τέχνη και γενικά από την δυτικοευρωπαϊκή τέχνη σίγουρα πρέπει να είναι πολλές και θα ήταν καλός και αρκετά χρήσιμος για μένα ο εντοπισμός αυτών των επιρροών από τους κριτικούς της τέχνης.

Β. Ιωαννίδης: Οι κοινωνικοί αγώνες στην πατρίδα σου βρίσκονται πιο κοντά σε προγενέστερες περιόδους της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, (κατοχή, εμφύλιος, μετεμφυλιακή περίοδος, δικτατορία, και πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης). Ένα μεγάλο μέρος του έργου σου είναι συγγενικό (αναφέρομαι στην χαρακτική) με το έργο Ελλήνων χαρακτών και ζωγράφων των περιόδων εκείνων ( Τάσσος, Σεμερτζίδης, Φαρσακίδης, Κατράκη, Σικελιώτης κ.α.). Ποια είναι η δική σου άποψη;

Serhad: Ο πόνος και η συγκίνηση είναι οικουμενικά. Και εμείς οι Κούρδοι ζούμε δυστυχώς ακόμα την κατοχή, την δικτατορία και τον εμφύλιο στη χειρότερη μορφή τους. Η συγγένειά μου με τους προαναφερθέντες αξιόλογους καλλιτέχνες ίσως εμφανίζεται στην πρώτη περίοδο των χαρακτικών μου. Μιλάω για τα χαρακτικά της περιόδου 1988-1996, όπως σήμερα εμφανίζεται μέρος της δουλειάς αυτής και στο δίγλωσσο κατάλογο «Χαρακτική Σερχάτ» που τυπώθηκε με την ευκαιρία της πρώτης μου έκθεσης το 1997. Η αναγλυφοτυπία με την ξυλογραφία και το λινόλεουμ είναι τα κυριότερα εκφραστικά μέσα μου σε αυτήν περίοδο. Νομίζω ότι στην χαρακτική μου μετά το 1998 αυτές οι συγγένειες με τους Έλληνες Χαράκτες γίνονται πιο σπάνιες.

Β. Ιωαννίδης: Να περάσουμε στις τεχνικές της χαρακτικής σου. Είναι εμφανής μια προσπάθεια για διαρκή αναζήτηση, η διερεύνηση και αξιοποίηση των δυνατοτήτων κάθε τεχνικής (οξυγραφία, ξυλογραφία, έγχρωμη ξυλογραφία, λινόλιουμ, έγχρωμο λινόλιουμ, επιζωγραφισμένο λινόλιουμ, χάραξη σε γιασενίτη, μικτές τεχνικές), που παρέχει την ευκαιρία να αποτυπωθούν διαφορετικές υφές και ποιότητες μέσα από μια διεισδυτική και ποικιλότροπη έκφραση. Μίλησέ μας συνοπτικά για τις τεχνικές αυτές πώς τις χρησιμοποιείς και τι επιδιώκεις με την καθεμιά τους;

Serhad: Η χαρακτική μου ξεκίνησε με την αναγλυφοτυπία. Αυτή είναι η παραδοσιακή μορφή της χαρακτικής που εμφανίστηκε από τον 15Ο αιώνα και μετά στην Ευρώπη, προερχόμενη από την Άπω Ανατολή. Αναφέρομαι στη γνωστή μας ξυλογραφία και το τελευταίο μισό του 20ου αιώνα προστέθηκε και το λινόλεουμ σε αυτήν την τεχνική. Η τέχνη αυτή έχει πολλές εκφραστικές δυνατότητες, η τέχνη και η χειρωνακτική εργασία ενώνονται, καθώς με διάφορα κοπίδια η επιφάνεια του ξύλου ή του λινόλεουμ πρέπει να χαραχθεί. Πρέπει ναι πω ότι αρκετές φορές πειραματίσθηκα και με την ανορθόδοξη μορφή της ξυλογραφίας, δηλαδή τυπώνοντας το ανάγλυφο μέρος, αξιοποίησα το χαραγμένο- βαθύ μέρος ως πρωταρχικό σχέδιο- θέμα.
Παρότι από το 1988 είχα μάθει την τεχνική της οξυγραφίας, μόλις δέκα χρόνια αργότερα απόκτησα την δική μου πρέσα οξυγραφίας, καθώς στην Ελλάδα δεν την έβρισκες. Όταν το 1998 έμαθα ότι ένας μηχανουργός στην Επανωμή κατασκευάζει πρέσες οξυγραφίας, ήμουνα από τους πρώτους που παράγγειλαν μια. Οι γοητευτικές ιδιότητες της οξυγραφίας σου επιτρέπουν να δουλέψεις σε περισσότερες λεπτομέρειες με καλύτερη ανάπτυξη του χώρου και με τονικές διαβαθμίσεις.
Αργότερα στην θέση του μετάλλου και του οξέος, δούλεψα πάνω στο plexiglass. Το πλαστικό γυαλί είναι αρκετά ανθεκτικό και μπορεί να δεχθεί μεγάλη πίεση στη πρέσα για να δώσει με τη σειρά του και με ευγένεια όλη την πληγή που χαράζεται πάνω του.
Από την άλλη πλευρά δούλεψα αρχικά πάνω στο σκληρό και χοντρό χαρτόνι και αργότερα πάνω στο λινόλεουμ και σε πλαστικές επιστρώσεις πατωμάτων την τεχνική της κολλαγραφίας. Σε αυτή την τεχνική γίνεται ταυτόχρονη αξιοποίηση της τεχνικής της αναγλυφοτυπίας και της βαθυτυπίας. Η επιφάνια της μήτρας με κόλλες στερεώνεται και γίνονται βαθυτυπικές χαράξεις και στο τέλος τυπώνεται και η κολλαγραφία στη πρέσα.
Πρέπει να πω πως πολλές φορές συνδυάζω και διαφορικά υλικά και τεχνικές σε ένα έργο και δεν μου λείπουν οι φορές που είτε χρωματίζω το τυπωμένο χαρακτικό είτε ακόμα δουλεύοντας με μικτή τεχνική, με ζωγραφικούς όρους πάνω σε τυπωμένο χαρακτικό. Τα καινούργια και διαφορετικά υλικά στην χαρακτική πάντα με εντυπωσιάζουν και αφήνουν ένα πεδίο εξερεύνησης και πειραματισμού που με γοητεύει.

Β. Ιωαννίδης: Παραστατική η χαρακτική σου, αν και σε πρόσφατες δημιουργίες σου ερωτοτροπείς και με ανεικονικές διατυπώσεις όπου κρατάς ωστόσο κάποιες βασικές σχηματοποιημένες φόρμες, λιγότερο περιγράφει και περισσότερο αναπαριστά αρχετυπικές καταστάσεις και ανθρώπινους τύπους (χωρικούς, υπηρέτες, γερόντισσα, μάνα και παιδί, οικογένεια). Προτάσσονται και αποδίδονται συμβολοποιημένες, με τρόπο λιτό και αδρό, στα γενικά τους χαρακτηριστικά, αφηρημένες έννοιες (σκέψη, ταπείνωση, επίκληση, νίκη, κραυγή, παράπονο). Θα έλεγα πως είναι μια σύγχρονη μετάπλαση του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, με έμφαση στην ποιότητα, απαλλαγμένου από τον επιδερμικό προπαγανδιστικό ρόλο του και ο οποίος στοχεύει στο ουσιώδες μέσα από από ισχυρά και ευδιάκριτα σύμβολα και λιτά εκφραστικά μέσα. Μίλησέ μας για τον τρόπο σύλληψης και οργάνωσης των έργων. Πρόκειται για την οργάνωση μιας ιδέας που προϋπάρχει της σύλληψης και σιγά- σιγά αναπτύσσεται;

Serhad: Τα έργα στα οποία αναφέρεσαι ανήκουν στην πρώτη περίοδο της δουλειάς μου, δηλαδή εκείνα που ένα μέρος τους βρίσκονται στο κατάλογό μου του 1997. Αυτή η σειρά των έργων είναι ανθρωποκεντρική και μερικά από αυτά έχουν και ένα είδος συμβολισμού. Όσο αφορά στην διατύπωσή σου πως τα έργα μου είναι «μια σύγχρονη μετάπλαση του σοσιαλιστικού ρεαλισμού» δεν συμφωνώ. Τους τίτλους των έργων στους οποίους αναφέρθηκες, κανείς θα μπορούσε να τους βρει ακόμα και στα έργα της εποχής της Αναγέννησης και μετά, σε πάρα πολλούς καλλιτέχνες. Τα έργα μου δεν προπαγανδίζουν ούτε εξιδανικεύουν κάποια πράγματα και καταστάσεις. Εξάλλου δεν τροφοδοτούνται από στενά ιδεολογικά κλισέ και διακηρύξεις. Είναι άλλο πράγμα η τέχνη σου να έχει στοιχεία του ρεαλισμού και συμβολισμού, να είναι πολιτικοποιημένη και να περιέχει διαμαρτυρία και άλλο είναι να εξυπηρετείς συγκριμένες πολιτικές ιδεολογίες και να προωθείς αυτές τις ιδεολογίες διάμεσου της τέχνης ή και ακόμα να προωθείσαι και να υποστηρίζεσαι από αντίστοιχα καθεστώτα ή κόμματα.
Η διαδικασία της παραγωγής των έργων μου καμιά φορά γίνεται ως εξής: Πάντα κρατώ σημειώσεις σε μορφή μικρών σχεδίων. Αυτά τα σχέδια που πολλές φορές είναι και με χρώμα, είναι πολύτιμο υλικό για μένα. Αργότερα διαλέγω μερικά από αυτά που γίνονται υλικά – ιδέες για να προχωρήσω στην χαρακτική ή στην ζωγραφική μου. Σε αυτήν την πορεία θα δεχθούν τις απαραίτητες αλλαγές και τροποποιήσεις. Στην περίπτωση της χαρακτικής θα το μελετήσω σε συνάρτηση με το υλικό πάνω στο οποίο θα χαραχθεί. Δεν είναι και λίγες οι φορές που από την αρχή δουλεύω πάνω σε μια ιδέα - έργο για το οποίο δεν έχω πρωτύτερα σχέδια και πρέπει να προχωρήσω πρώτα στη σχεδίασή του.
Σε κάθε περίπτωση πριν από την χαρακτική πράξη υπάρχει το σχέδιο, όμως το τελικό τυπωμένο έργο απέχει κάμποσο από το αρχικό σχέδιο, εκτός αν πρόκειται για προσωπογραφίες. Από την άλλη πλευρά αφού ολοκληρώσω το έργο ή μια σειρά έργων, όταν έρχεται η ώρα της παρουσίασης πολλές φορές τότε κάθομαι και δίνω τον τίτλο.

Β. Ιωαννίδης: Κάποια μοτίβα καθώς και στοιχεία υφολογικά επανέρχονται συχνά στα έργα σου: Ο ήλιος, τα πουλιά, τα δέντρα, το χέρι, το συρματόπλεγμα, πρόσωπα ανθρώπινων τύπων με πλεγματοειδή μορφή, είναι ορισμένα από αυτά. Ποια ανάγκη οδηγεί στα συγκεκριμένα μοτίβα, πώς επιλέγονται, τι συμβολίζουν και πού στοχεύουν;

Serhad: Πέρα από την προσωπική γραφή μου, μερικά μοτίβα είναι οικουμενικά και κάποια αλλά έχουν να κάνουν με την κουρδική παράδοση και τον πολιτισμό, καμιά φορά και με τα δυο. Πολλά από αυτά τα στοιχεία μπορεί να συμβολίζουν ή να υπαινίσσονται περισσότερα από ένα πράγμα. Ο ήλιος π.χ. μπορεί να συμβολίζει σε παγκόσμιο επίπεδο το φως και την ελευθερία, όμως έχει να κάνει και με την κουρδική παράδοση και τον πολιτισμό: Συμβολίζει το καλό και αγαθό ενάντια στο σκοτάδι και το κακό στον αρχαίο Ζωροαστρισμό τα οποία οι Κούρδοι διατηρούν ακόμα και σήμερα στον πολιτισμό τους και επιπλέον εδώ και κοντά έναν αιώνα στολίζει το κέντρο της κουρδικής σημαίας.
Οι γερανοί για παράδειγμα είναι τα πουλιά - αγγελιοφόροι του ερχομού της Άνοιξης. Αυτά τα όμορφα πουλιά που ερωτοτροπούν χορεύοντας, στην περίπτωση του τυφλού « Κούρδου Όμηρου» Evdalê Zeynê- όπως τον αποκαλεί ο κουρδικής καταγωγής μεγάλος συγγραφέας της τουρκικής γλώσσας Yaşar Kemal-ο γερανός με σπασμένο φτερό γίνεται σύμβολο της στέρησης και του χτυπήματος από την «μοίρα». Η διαμαρτυρία και ανυπακοή για την μαύρη «μοίρα» του μεγάλου λυρικού ποιητή και τραγουδοποιού της κουρδικής γλώσσας E. Zeynê, θα επουλώσει τις πληγές του γερανού και θα φέρει το φως στα μάτια του.
Τα δέντρα μπορεί να συμβολίζουν και την ζωή και την υπερηφάνεια, άλλα ταυτόχρονα στα έργα μου μπορεί με τα κλαδιά τους να αιχμαλωτίσουν και τους γερανούς.
Όπως φαίνεται από αυτά τα παραδείγματα, αντλώ ένα μεγάλο μέρος των εφοδίων μου από τον κουρδικό πολιτισμό. Είμαι και εγώ σαν ένα δέντρο που οι ρίζες του βρίσκονται στο Κουρδιστάν, ο κορμός και τα κλαδιά βρίσκονται εδώ στην Ευρώπη και οι καρποί είναι τα έργα μου.

Β. Ιωαννίδης: Υπάρχουν τίτλοι έργων σου που κατονομάζουν πρόσωπα ή περιοχές (Σοσίν, Ισμαήλ Μπεσίκτσι, Χελέπτσε, Ζοζαν και Χεζαλ, Σαλίχε). Ποια η σημασία τους;

Serhad: Πολλά μου ζητάς, αλλά πρέπει αυτά να ειπωθούν. Μερικά από αυτά τα ονόματα έχουν να κάνουν με συγκεκριμένα άτομα ή περιοχές και άλλα είναι απλώς κάποια κουρδικά ονόματα. Η Sosın, Zozan και Xezal για παράδειγμα είναι τρία γυναικεία ονόματα. Η Sosın είναι ένα άγριο βολβοειδές λουλούδι ένα είδος iris και lilium στα λατινικά (είναι και το όνομα της τετράχρονης κόρης μου) και η Xezal είναι η Ελαφίνα, αυτά είναι δυο παραδοσιακά ονόματα. Η Zozan είναι ένα σύγχρονο όνομα που στα νεοελληνικά δεν μπόρεσα να βρω τη μετάφρασή του αλλά στα ποντιακά θα ήταν η Παρχαρίνα.
Ο İsmail Beşikçi είναι ένας Τούρκος κοινωνιολόγος. Ως επιστήμονας έπραξε το αυτονόητο, έγραψε ότι το Κουρδιστάν βρίσκεται υπό την κατοχή της Τουρκίας, Ιράν, Ιράκ και της Συρίας και οι Κούρδοι ως ένα ξεχωριστό έθνος στερούνται από όλα τα εθνικά και δημοκρατικά δικαιώματά τους. Ο İ. Beşikçi για αυτές τις απόψεις του εκδιώχθηκε από το πανεπιστήμιο όπου δίδασκε, καταδόθηκε από συναδέλφους του και καταδικάστηκε σε πολυετή ποινή και έμεινε πάνω από 15 χρόνια σε τουρκικές φυλακές. Ακόμη και σήμερα που η Τουρκία χτυπά την πόρτα της Ευρώπης, όλα τα βιβλία του İ. Beşikçi (που είναι πάνω από 20) είναι απαγορευμένα. Η φιλοτέχνηση μερικών χαρακτικών για τον İ. Beşikçi ήταν ένας φόρος τιμής σε αυτόν .
Η Salihe είναι μητέρα του μεγάλου Κούρδου αγωνιστή Mehmet Şener που ήταν από τις ηγετικές φυσιογνωμίες του P.K.K.. Στις πιο άγριες εποχές της τουρκικής χούντας ο M. Şener ως πολιτικός κρατούμενος ήταν στην πρώτη γραμμή των αγώνων των κρατουμένων στις φυλακές του Diyarbekır του Κουρδιστάν. Στην εποχή που οι πολιτικοί κρατούμενοι στις φυλακές ως έσχατο μέσο αγώνων τους έκαναν απεργία θανάτου, δηλαδή άρνηση κάθε τροφής και νερού καθώς και ιατρικής περίθαλψης, η Salihe πρωτοστατώντας με άλλες μητέρες των κρατουμένων, ως ένδειξη διαμαρτυρίας αυτοπυρπολήθηκε στην κεντρική πλατεία του Diyarbekır και σώθηκε με βαριά εγκαύματα.
Εγώ λίγο μετά το συμβάν αυτό χάραξα την μορφή της, αλλά η ιστορία έχει και συνέχεια. Μετά από πολύχρονη φυλάκιση του, ο M. Şener αφέθηκε ελεύθερος από τους Τούρκους και για να συνεχίσει τους αγώνες του κατέφθασε κοντά στον Αbdullah Öcalan στην Συρία. Εκεί ήρθε σε πολιτική διαφωνία με τον ηγέτη του κόμματος και έπειτα με σταλινικές μεθόδους με εντολή του Α. Öcalan δολοφονήθηκε! Η Salihe ως μάνα και αγωνίστρια σήμερα είναι μια τραγική μορφή που μας υπενθυμίζει διαρκώς τις αιτίες του αδιεξόδου του κουρδικού αγώνα.
Η Halebçe είναι το όνομα της πόλης που το 1988, μετά την απελευθέρωσή της από τους Κούρδους αντάρτες Pêşmerge, βομβαρδίσθηκε ως αντίποινα επί τρεις μέρες από τον στρατό του Σαντάμ Χουσεϊν με χημικά όπλα, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν πάνω από 5.000 άμαχοι και να τραυματιστούν δεκάδες χιλιάδες.

Β. Ιωαννίδης: Πέρα από τις κοινωνικές αναφορές υπάρχουν στην χαρακτική σου στοιχεία που να αφορούν την παράδοση και την ιστορία του τόπου σου και αν ναι ποια είναι αυτά;

Serhad: Στα έργα μου κανείς μπορεί να βρει στοιχεία από την κουρδική αρχιτεκτονική και χαρακτηριστικά τοπία του Κουρδιστάν, χαρακτηριστικά των ανθρώπων που ζουν εκεί, στοιχεία εμπνευσμένα από την κουρδική μυθολογία, την ιστορία, την ποίηση και την μουσική και πάρα πολλά άλλα στοιχεία που συσχετίζονται με τους Κούρδους και το Κουρδιστάν.

Β. Ιωαννίδης: Θεματολογικά αλλά και μορφολογικά-υφολογικά το έργο συγκροτείται από τρεις ενότητες. Ανθρωποκεντρική η πρώτη με έκδηλο κοινωνικό και αγωνιστικό περιεχόμενο, με αδρή διατύπωση, επικό και δραματικό χαρακτήρα. Η δεύτερη ενότητα αφορά τοπιογραφικές προσεγγίσεις κυρίως της υπαίθρου, κάποτε με σκηνές από την ζωή των ανθρώπων της, συχνά με ισχυρές συμβολοποιήσεις, με λεπτεπίλεπτη απόδοση και χαρακτήρα λυρικό και νοσταλγικό. Η τρίτη τέλος και η πιο πρόσφατη χρονολογικά πειραματίζεται και ρέπει όλο και περισσότερο προς την ανεικονική έκφραση, με κάποιες ωστόσο σχηματοποιημένες φόρμες-κλειδιά που σηματοδοτούν καθορισμένες καταστάσεις και έννοιες.
Πρόκειται για χαρακτική με αφαιρετικό λυρισμό, έμφαση στην πλαστικότητα, στην διαφάνεια και φωτεινότητα, στην αποδραματικοποίηση και στην ονειρική διατύπωση. Στα έργα αυτά είναι έκδηλη η επίδραση από την χαρακτική του δασκάλου στη Σχολή Ξενή Σαχίνη, παρόλα αυτά το προσωπικό στίγμα παραμένει, δεν αλλοιώνεται και είναι ευανάγνωστο. Μίλησέ μας για τις ενότητες αυτές, το πέρασμα από την μια ενότητα στην άλλη και την μεταξύ τους σύνδεση.


Serhad: Σε γενικές γραμμές συμφωνώ με την διατύπωσή σου, αν και θα ήθελα να αναφερόσουν σε ποια συγκεκριμένα έργα υπάρχει αυτή η επίδραση από τον δάσκαλό μου στη Σχολή Ξενή Σαχίνη.
Δεν υπάρχουν σαφή όρια ανάμεσα στην μια ενότητα και στην άλλη, μπορώ να πω πως υπάρχουν κάποια θέματα που οριζοντίως διαπερνούν όλες τις περιόδους της δημιουργίας μου όπως είναι οι μορφές των ανθρώπων και τα τοπία. Από την άλλη μεριά αυτές οι ενότητες έχουν να κάνουν και με τις διαφορετικές τεχνικές που χρησιμοποίησα κάθε τόσο. Στην δουλειά μου κάποια θέματα ευδοκιμούν νομίζω πιο καλά σε συγκεκριμένες τεχνικές.

Μάιος του 2008.
* Ο Βασίλης Ιωαννίδης είναι ζωγράφος και λογοτέχνης.

Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2008

Η Χαρακτική του Σερχάτ

Το να μιλήσει κανείς για το έργο του Σερχάτ Τσελικέρ Μπαπίρ είναι ένα δύσκολο εγχείρημα˙ και τούτο γιατί δεν πρόκειται για μια συνηθισμένη περίπτωση. Κούρδος πολιτικός πρόσφυγας, κατέφυγε και εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα το 1984 σε ηλικία είκοσι ετών και από τότε ζει σ΄αυτήν πραγματοποιώντας σπουδές ζωγραφικής και χαρακτικής στη Σχολή Καλών Τεχνών Θεσσαλονίκης, δημιουργώντας παράλληλα, διδάσκοντας στη συνέχεια σαν καθηγητής εικαστικών στη μέση εκπαίδευση, και τέλος φτιάχνοντας την δική του πενταμελή οικογένεια με Ελληνίδα σύζυγο.
Είναι προφανές πως για μια σωστή προσέγγιση αφενός απαιτείται να προηγηθεί μια ενδελεχής μελέτη της Κουρδικής ιστορίας και τέχνης, ιδιαίτερα της σύγχρονης, γεγονός που ξεπερνά κατά πολύ τις δυνατότητες του παρόντος σημειώματος, αφετέρου γιατί η περίπτωση Σερχάτ συνιστά ένα ξεχωριστό κεφάλαιο, με πρόσθετες δυσκολίες, μιας ευρύτερης ενότητας, που αφορά τους Κούρδους καλλιτέχνες της ευρωπαϊκής διασποράς.
Κατά συνέπεια το παρόν σημείωμα αποτελεί μια πρώτη προσπάθεια για να καταγραφούν και να αναδειχθούν τα σημαντικότερα στοιχεία της εικαστικής του δημιουργίας, οι ρίζες και πηγές του, η διαμόρφωση της ταυτότητάς του και η σύνδεσή του με την Κουρδική, Ελληνική και Ευρωπαϊκή τέχνη. Να δώσει πρόσθετα ένα γενικό πλαίσιο αναφοράς, ένταξης και λειτουργίας του.
Κάποιες καθοριστικές πληροφορίες όπως και διευκρινιστικές απαντήσεις σε καίρια ερωτήματα που κρίθηκαν αναγκαίες, και χωρίς τις οποίες θα ήταν αδύνατη η συγγραφή του κειμένου, αντλήθηκαν από μια συνέντευξη του καλλιτέχνη με τον υπογράφοντα, που πραγματοποιήθηκε τον Μάιο του 2008.
Ο Σερχάτ, γόνος μιας δεκατετραμελούς οικογένειας με έντονη πολιτική δράση και καλλιτεχνική έφεση, γεννήθηκε στο Τετουάν του Κουρδιστάν το 1964, μια πόλη 80.000 κατοίκων σήμερα και παλαιότερα 40.000.
Λόγω της πολιτικής τους δράσης, πέντε αδέλφια του βρίσκονται στην Δυτική Ευρώπη από τους οποίους οι τρεις είναι πολιτικοί πρόσφυγες, ενώ μια αδελφή του εκτίει ισόβια ποινή στις Τουρκικές φυλακές του Κουρδιστάν.
Η κλίση του Σερχάτ προς την ζωγραφική εμφανίζεται πολύ νωρίς, από τα πρώτα χρόνια του Δημοτικού, μια κλίση που την συναντάμε και σε άλλα επτά αδέλφια του.
Το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο, το οικογενειακό και οι ατομικές εμπειρίες είναι τόσο ισχυρές που θα σημαδέψουν με καταλυτικό τρόπο τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια. Από τα πρώτα εκείνα χρόνια και μέχρι τον ερχομό του στην Ελλάδα δεν διασώζονται έστω κάποια δείγματα ζωγραφικής για να μπορούμε να ανιχνεύσουμε τις άμεσες επιδράσεις του περιβάλλοντος στην καλλιτεχνική του έκφραση. Οι επιδράσεις αυτές θα εμφανιστούν αργότερα, μακρόθεν, ορμώμενες κύρια από τη δεξαμενή της μνήμης, την αναπόληση, τον στοχασμό, την ερμηνεία και ζύμωση των αρχικά καταγραμμένων εντυπώσεων.
Να δώσουμε όμως κάποια στοιχεία για τις καταβολές του, το κοινωνικοπολιτικό και πολιτιστικό περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγάλωσε.
Οι Κούρδοι, λαός με μακραίωνη ιστορία και πλούσια πολιτιστική κληρονομιά, κατάφεραν να διατηρήσουν πολλά από τα ήθη και έθιμά τους παρά τα σημαντικά πλήγματα που υπέστησαν στην ιστορική τους συνέχεια και εξέλιξη. Εξισλαμίσθηκαν βίαια από τον 7ο ως τον 10ο αιώνα μ.Χ. και καταστράφηκαν σημαντικά καλλιτεχνικά μνημεία που θεωρήθηκαν ειδωλολατρικά λατρευτικά σύμβολα. Αργότερα ευδοκίμησαν κυρίως ένα είδος φυτικής και γεωμετρικής διακοσμητικής καθώς και μια ζωγραφική μικρογραφίας με Ανατολικές και Ινδικές επιρροές. Στη σύγχρονη εποχή, εκτός από μια Κουρδική λαϊκή τέχνη που απαντάται σε παραδοσιακά χαλιά, τσόχες, μάλλινα πλεκτά, η ζωγραφική και οι ζωγράφοι εμφανίζονται αρκετά όψιμα προς το δεύτερο τέταρτο του 20ου αιώνα.
Αυτοδίδακτοι αρχικά ή απόφοιτοι των Παιδαγωγικών Ακαδημιών και μετέπειτα των Σχολών Καλών Τεχνών Βαγδάτης, Δαμασκού, Τεχεράνης και Κωνσταντινούπολης καθώς και των πρώην Σοβιετικών Δημοκρατιών όπως και διάφορων Ευρωπαϊκών χωρών, διαμορφώνουν σταδιακά ένα συγκροτημένο εικαστικό προφίλ του τόπου τους. Σ΄αυτό βοήθησε την τελευταία δεκαετία και η λειτουργία δυο Ανωτάτων Σχολών Καλών Τεχνών καθώς και άλλων οκτώ Ανώτερων στο ελεύθερο τμήμα του Κουρδιστάν. Ωστόσο οι Κούρδοι, ζώντας διάσπαρτοι στην Τουρκία, Ιράν, Συρία και Ιράκ σε καθεστώς εξάρτησης και κατοχής με απαγορεύσεις και περιορισμό των πολιτικών δικαιωμάτων τους, εμφανίζουν όλα εκείνα τα προβλήματα και τις αδυναμίες ενός λαού που δεν έχει καταφέρει ακόμα να δημιουργήσει το δικό του κράτος.
Η μνήμη είναι ένας χώρος μόνιμης εξορίας για κάτι που πέρασε και χάθηκε οριστικά. Ο Σερχάτ, αναγκασμένος να ζει μακριά από την χώρα του και τους δικούς του χωρίς να έχει την δυνατότητα να την επισκεφτεί για περισσότερο από δυο δεκαετίες, είναι διπλά εξόριστος. Εξόριστος και από τον τόπο του, εξόριστος και στον ακινητοποιημένο χώρο της μνήμης, που μοιάζει παγιδευμένος σ΄ένα μακρινό σημείο του παρελθόντος. Σ΄αυτόν τον ιδιότυπο κλειστό πυρήνα της μνήμης που δεν ανανεώνεται, έχοντας αποκοπεί από μετέπειτα γεγονότα και εμπειρίες που διαδραματίστηκαν στην πατρίδα του, αλλά αναπτύσσεται εσωτερικά μ΄ενα τρόπο διασταλτικό και πολλαπλασιαστικό των αρχικών εμπειριών, ο Σερχάτ θα θεμελιώσει την προσωπική του ταυτότητα, πολιτική και υπαρξιακή. Τα πιστεύω του δοκιμασμένα και εφαρμοσμένα στην πράξη, τόσο σε κοινωνικό όσο και σε ατομικό επίπεδο, θα διαμορφώσουν έναν χαρακτήρα ευθύ, τίμιο, αγωνιστικό, με ισχυρή κριτική ικανότητα, με σταθερές και ανεξάρτητες απόψεις.
Η τέχνη του εναρμονισμένη με την στάση ζωής του θα τροφοδοτηθεί από αυτήν σε μια κοινή κατεύθυνση προσλαμβάνοντας ανάλογα ποιοτικά χαρακτηριστικά και ιδεολογικό περιεχόμενο. Η ζωγραφική και η χαρακτική γίνονται το εργαλείο για καλλιτεχνική έκφραση, λύτρωση και επικοινωνία, αλλά και το όπλο για πολιτική και κοινωνική παρέμβαση, καταγράφοντας, προβάλλοντας, υμνώντας τους αγώνες του Κουρδικού λαού και τον τρόπο ζωής τους ή καταγγέλλοντας την καταπίεση των κυβερνητικών δυνάμεων σε βάρος των Κούρδων.
Ο Σερχάτ είναι και ζωγράφος και χαράκτης με αντίστοιχα πτυχία από την Σχολή Καλών Τεχνών Θεσσαλονίκης. Επιλέξαμε να παρουσιάσουμε την χαρακτική του όχι για λόγους αξιολογικούς αλλά γιατί σ΄αυτην αποτυπώνονται καλύτερα οι περισσότερες πτυχές της καλλιτεχνικής του ταυτότητας. Πρόκειται για μια χαρακτική πλούσια σε ποσότητα και ποιότητα, με εκφραστική αναζήτηση και ανανέωση, θεματολογική ποικιλία και με συνεχή πειραματική διαδικασία στην χρήση των διάφορων υλικών και τεχνοτροπιών. Δεν πρέπει να λησμονάμε κάποια σημαντικά πλεονεκτήματα της χαρακτικής που την καθιστούν μια αποδοτική και αποτελεσματική μορφή εικαστικής τέχνης και τα οποία ο χαράκτης σίγουρα λαμβάνει σοβαρά υπ΄οψη του. Η παραγωγή ενός έργου σε πολλαπλά αντίτυπα, ακόμα και όταν τυπώνεται σε μικρό αριθμό, προσφέρει τη δυνατότητα σε περισσότερα άτομα με μέτρια οικονομική επιφάνεια να προμηθευτούν τα χαρακτικά˙ επιτυγχάνεται έτσι και μια καλύτερη κυκλοφορία των έργων. Η εύκολη μεταφορά των χαρακτικών βοηθά στην αποτελεσματική προβολή και προώθησή τους, στην οργάνωση πολλών εκθέσεων με τα ίδια έργα, ίσως και ταυτόχρονα, στην ευρύτερη επικοινωνία με το κοινό. Πρόσθετα ο καλλιτέχνης κρατώντας για τον εαυτό του τις μήτρες και τουλάχιστον ένα αντίτυπο από όλα τα χαρακτικά, έχει στα χέρια του όλη την διαδρομή και την εξέλιξη του έργου του.
Η ασπρόμαυρη απόδοση των χαρακτικών ή έστω η χρωματική λιτότητα της μονοχρωμίας, ερμηνεύουν επιτυχέστερα θέματα με επικό ή ελεγειακό χαρακτήρα, καθώς και καταστάσεις με έντονο συναισθηματικό ή ιδεολογικοπολιτικό φορτίο. Έχουμε αρκετά παραδείγματα Ελλήνων χαρακτών της Αριστεράς που δημιούργησαν τέτοια έργα σε κρίσιμες και ανώμαλες ιστορικές περιόδους.
Όλοι οι παραπάνω λόγοι, πιθανόν και άλλοι που δεν επισημάνθηκαν, και όσοι θα αναφερθούν στη συνέχεια, ώθησαν τον Σερχάτ να δώσει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στην χαρακτική του, πολύ δε περισσότερο αφού ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς του είναι πολιτικοποιημένο και έχει κοινωνικοπολιτικό προσανατολισμό.
Η επαφή του με την χαρακτική ξεκινά τα πρώτα χρόνια της φοίτησής του στην Σχολή Καλών Τεχνών Θεσσαλονίκης στη ζωγραφική, 1987-1992, στα πλαίσια του υποχρεωτικού μαθήματος στο εργαστήριο της χαρακτικής με καθηγητή τον Γιώργο Μήλιο. Η χαρακτική υπήρξε μια διέξοδος, ένας χώρος ελεύθερης έκφρασης και απόδρασης από τους περιορισμούς και ασφυξία της ακαδημαϊκής διδασκαλίας. Έκτοτε το ενδιαφέρον του και η δημιουργική ενασχόληση με την χαρακτική θα παραμένουν αμείωτα, με κορύφωση τα τελευταία χρόνια 2001-2007 που απέκτησε το πτυχίο του και στην χαρακτική από την ίδια Σχολή.
Ο Σερχάτ είναι πνεύμα ανήσυχο, ελεύθερο˙ συνδυάζει την κριτική και ερευνητική ματιά του επιστήμονα και την οξυμένη αισθαντικότητα του καλλιτέχνη. Μοχθεί για την μάθηση και την γνώση, όχι με έτοιμες λύσεις αλλά κυρίως μέσα από την αναζήτηση και πειραματική έρευνα. Τον ελκύουν τόσο η ρευστότητα και το απροσδόκητο του άγνωστου, του καινούριου, των νέων εκφραστικών τρόπων και των διαφορετικών υλικών, όσο και η οργανωμένη μεθοδολογική και αναλυτική προσέγγιση στην προσπάθεια διερεύνησής τους. Θέτει συνέχεια ερωτήματα και αγωνίζεται για την επίλυσή τους. Επιζητά την κίνηση, την ανανέωση, το ξεπέρασμα των παγιωμένων σχημάτων, το ξάφνιασμα, την φρεσκάδα μιας πρωτότυπης πρότασης. Γι΄αυτό και ο τρόπος σκέψης, οι ιδέες, το εικαστικό έργο, η ίδια η ζωή του δεν χειραγωγούνται, δεν υποτάσσονται ούτε εξυπηρετούν συμφέροντα ή σκοπιμότητες. Είναι έτοιμος κάθε στιγμή να διαφωνήσει, να έρθει σε ρήξη ή να αναθεωρήσει απορρίπτοντας προηγούμενες απόψεις και θέσεις του όταν διαπιστώσει ότι είναι σε λάθος δρόμο και δεν υπηρετούν τον στόχο τους.
Η χαρακτική είναι ο κοινός τόπος όπου συναντώνται η τέχνη με την χειρωνακτική εργασία, η δύναμη, η ιδιαιτερότητα και η εκφραστική ποικιλία των διαφορετικών υλικών και τεχνικών με την φαντασία και την δημιουργική ικανότητα του καλλιτέχνη. Τα χαρακτικά κρύβουν τα μυστικά τους μέχρι το τέλος, διατηρώντας έναν μεγάλο βαθμό ρευστότητας και μυστηρίου λόγω της μεγάλης εξάρτησής τους από τα υλικά, και αποκαλύπτουν το πρόσωπό τους μόνο μετά από το τύπωμα. Είναι ακριβώς αυτή η διαδικασία που γοητεύει τον Σερχάτ στην χαρακτική. Η πνευματική εγρήγορση σ΄ολόκληρη την φάση της δημιουργίας, η αγωνία πριν το τύπωμα, η έκπληξη και η χαρά μετά, εφόσον το αποτέλεσμα είναι το επιθυμητό, η ανακούφιση και η ικανοποίηση από τον πετυχημένο τρόπο χειρισμού των υλικών στην απόδοσή τους.
Ο Σερχάτ είναι προσκολλημένος στις μνήμες και στην πατρίδα του το Κουρδιστάν. Μπορεί όπως ο ίδιος λέει να είναι ένα δέντρο που οι ρίζες του βρίσκονται στο Κουρδιστάν, ο κορμός και τα κλαδιά στην Ευρώπη και οι καρποί τα έργα του, όμως οι πηγές, το έδαφος απ΄οπου παίρνει τους χυμούς και τα θέματά του προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από το Κουρδιστάν. Η ζωή του στην Ελλάδα έχει αφήσει ανέπαφο τον πυρήνα των καταβολών του. Τα βιώματα και οι εμπειρίες στο νέο τόπο δεν ενσωματώνονται στον αρχικό πυρήνα, δεν τον μεταλλάσσουν, δεν τον συμπληρώνουν, δεν δημιουργούν ένα καινούργιο προφίλ με εμπλουτισμένα στοιχεία ή έστω την δυαδική εκφορά μιας διπλής πατρίδας, αλλά εξοστρακίζονται και σκορπίζουν. Ο τρόπος ζωής της ελληνικής πραγματικότητας, ο ιστορικός και ο φυσικός χώρος της δεν περνούν στο έργο του, ιδιαίτερα στην χαρακτική. Οι επιρροές και επιδράσεις από την Νεοελληνική και Δυτικοευρωπαϊκή τέχνη περιορίζονται στον τρόπο γραφής, η ματιά όμως παραμένει Κουρδική όπως και η γενικότερη θεώρησή του.
Η χαρακτική του παραστατική, αν και σε δημιουργίες των τελευταίων ετών προχωρά και σε ανεικονικές διατυπώσεις όπου διατηρούνται ωστόσο κάποιες βασικές σχηματοποιημένες φόρμες, λιγότερο περιγράφει και περισσότερο αναπαριστά αρχετυπικές καταστάσεις και ανθρώπινους τύπους (χωρικούς, υπηρέτες, γερόντισσα, μάνα και παιδί, οικογένεια). Προτάσσονται και αποδίδονται συμβολοποιημένες, με τρόπο λιτό και αδρό, στα γενικά τους χαρακτηριστικά αφηρημένες έννοιες (σκέψη, ταπείνωση, επίκληση, νίκη, κραυγή, παράπονο). Τα θέματα αναπτύσσονται ρεαλιστικά, με ισχυρά και ευδιάκριτα σύμβολα προερχόμενα κυρίως από την Κουρδική παράδοση. Ορισμένα απ΄αυτά καθώς και στοιχεία υφολογικά επανέρχονται συχνά, όπως ο ήλιος που συμβολίζει στον αρχαίο Ζωροαστρισμό το καλό και αγαθό ενάντια στο σκοτάδι και στο κακό, οι γερανοί που είναι τα πουλιά – αγγελιοφόροι του ερχομού της άνοιξης, τα δέντρα σαν σύμβολα της ζωής και της υπερηφάνειας αλλά και σαν σύμβολα αιχμαλωσίας των γερανών με τα κλαδιά τους, το χέρι, το συρματόπλεγμα, ανθρώπινες μορφές με πλεγματοειδή μορφή, σαν σύμβολα αγώνα, νίκης, ανελευθερίας και φυλάκισης, καταπίεσης και οδύνης.
Κάποια θέματα, όπως οι ανθρώπινες φιγούρες και τα τοπία, συναντώνται σταθερά στο έργο του, διαπερνούν οριζόντια όλες τις περιόδους της δημιουργίας του.
Θεματολογικά και μορφολογικά – υφολογικά διακρίνονται τρεις βασικές ενότητες που διαχωρίζονται μεταξύ τους και εμφανίζονται σε διαδοχικές χρονικές περιόδους, σε πλήρη αντιστοιχία με τα γεγονότα, μνήμες, τις βιωματικές εμπειρίες, τις σπουδές, τις καλλιτεχνικές επιδράσεις, την δημιουργική εξέλιξη και ωριμότητα.
Η πρώτη ενότητα, ανθρωποκεντρική με έκδηλο κοινωνικό και αγωνιστικό περιεχόμενο, με αδρή διατύπωση, επικό και δραματικό χαρακτήρα, αφορά την περίοδο 1988-1996. Είναι τα πρώτα χρόνια της εγκατάστασής του στην Ελλάδα και οι μνήμες από το Κουρδιστάν ακόμα νωπές. Οι κοινωνικοί αγώνες στην πατρίδα του βρίσκονται πιο κοντά σε προγενέστερες περιόδους της σύγχρονης Ελληνικής ιστορίας, όπως κατοχή, εμφύλιος, μετεμφυλιακή περίοδος, δικτατορία, πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, το πνεύμα και το κλίμα των οποίων απέδωσαν και εξέφρασαν με εξαιρετικό τρόπο οι χαράκτες, Τάσσος, Φαρσακίδης, Σεμερτζίδης, Κατράκη, Σικελιώτης κ.α. Η χαρακτική του Σερχάτ κινείται σε ανάλογο επίπεδο, έχει πολλά κοινά στοιχεία με τους προαναφερθέντες Έλληνες χαράκτες, φέρει όμως την σφραγίδα της Κουρδικής ταυτότητας και παράδοσης. Η αναγλυφοτυπία με την ξυλογραφία και το λινόλεουμ είναι τα κύρια εκφραστικά μέσα που χρησιμοποιήθηκαν στην πρώτη ενότητα. Στην περίοδο αυτή, και από το 1987-1992, πραγματοποιούνται και οι σπουδές του στη ζωγραφική στη σχολή Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ.
Η δεύτερη ενότητα περιλαμβάνει τοπιογραφικές προσεγγίσεις κυρίως της υπαίθρου, κάποτε με σκηνές από την ζωή των ανθρώπων της, συχνά με ισχυρές συμβολοποιήσεις, με λεπτεπίλεπτη απόδοση και χαρακτήρα λυρικό και νοσταλγικό. Αφορά βασικά την περίοδο 1997-2000. Καθώς περνούν τα χρόνια, οι αρχικά νωπές μνήμες αρχίζουν να απομακρύνονται, να ξεθωριάζουν, η χειρονομιακή έκφραση, η ένταση, η εκρηκτικότητα και η αμεσότητα των συναισθημάτων να αντικαθίστανται από μια διαβρωτική και βουβή αναπόληση, φιλτραρισμένη μέσα από κλιμακούμενες αποχρώσεις οδύνης και νοσταλγίας. Το αγωνιστικό και κοινωνικό περιεχόμενο υποχωρεί, μαζί λιγοστεύουν και οι επιδράσεις από τους Έλληνες χαράκτες με την αντίστοιχη θεματολογία και απόδοση˙ την θέση τους παίρνει η χαμηλόφωνη, υμνητική παρουσίαση των τοπίων της πατρίδας του, της λαϊκής παράδοσης, της ζωής των ανθρώπων της στην ύπαιθρο. Νέες τεχνικές εμφανίζονται, μελετώνται, επεξεργάζονται και αναπτύσσονται σε βάθος οι εκφραστικές δυνατότητές τους, προκειμένου να αποδοθούν οι ανεπαίσθητες αποχρώσεις των συναισθημάτων. Ο Σερχάτ αξιοποιεί την διεισδυτική εκφραστικότητα και τις τονικές διαβαθμίσεις της οξυγραφίας και χάραξης σε plexiglass, με την πλεκτή, νηματοειδή ύφανση σαν κέντημα, που χρησιμοποιεί πετυχαίνοντας πλούσια σε αισθαντικότητα αποτελέσματα.
Η τρίτη τέλος και η πιο πρόσφατη χρονολογικά ενότητα, που συμπίπτει με τα χρόνια των σπουδών του στην χαρακτική, 2001-2007, στην σχολή Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ, πειραματίζεται και ρέπει όλο και περισσότερο προς την ανεικονική έκφραση, με κάποιες ωστόσο σχηματοποιημένες φόρμες – κλειδιά που σηματοδοτούν καθορισμένες καταστάσεις και έννοιες. Διακρίνεται για τον αφαιρετικό λυρισμό, την έμφαση στην πλαστικότητα, στην διαφάνεια και φωτεινότητα, στην αποδραματικοποίηση και στην ονειρική διατύπωση. Στα έργα αυτά είναι έκδηλη η επίδραση από την χαρακτική του δασκάλου του στην Σχολή, Ξενή Σαχίνη, παρόλα αυτά το προσωπικό στίγμα παραμένει, δεν αλλοιώνεται και είναι ευανάγνωστο.
Η τολμηρή ιδιοσυγκρασία του Σερχάτ, η διάθεση και η πρόθεσή του να μετατρέψει τον πόνο της καταπίεσης και της προσφυγιάς σε δύναμη της τέχνης του αλλά ταυτόχρονα και να απεγκλωβιστεί από την μίζερη πραγματικότητά της τον οδηγούν σ΄έναν διαρκή πειραματισμό, σε μια προσπάθεια εμπλουτισμού και ανανέωσης των εκφραστικών του μέσων με την χρήση καινούριων και διαφορετικών υλικών και τεχνικών, που τον εντυπωσιάζουν και τον γοητεύουν και του αφήνουν ένα ευρύ πεδίο εξερεύνησης. Έτσι δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει ποικίλες τεχνικές, όπως της κολλαγραφίας, μικτές τεχνικές, ζωγραφική πάνω σε τυπωμένο χαρακτικό ή κολάζ σε χαρακτικά έργα. Δεν είναι λίγες οι φορές που στο ίδιο έργο συνδυάζονται διαφορετικά υλικά και τεχνικές, για την επίτευξη καλύτερων αποτελεσμάτων, ανάλογα κάθε φορά με το επιλεγμένο θέμα και τις δυνατότητες των υλικών.
Οι τρεις διαφορετικές ενότητες δεν αποτελούν στεγανοποιημένους χώρους ούτε ολοκληρωμένους κύκλους που εξαντλούνται και τελειώνουν. Συνιστούν μια εξελικτική πορεία, αλληλοενισχύονται, επεμβαίνουν δυναμικά η μια στην άλλη, αποτελούν ένα σώμα. Αφήνουν να διαφανεί ότι και στο μέλλον θα επανέρχονται συχνά, ίσως λιγότερο η πρώτη ενότητα, ανανεωμένες μέσα από διάφορες πειραματικές διαδικασίες, αποτελώντας τον κύριο κορμό της χαρακτικής του Σερχάτ. Η συνέχεια ανήκει αποκλειστικά στον ίδιο τον καλλιτέχνη.
Βασίλης Ιωαννίδης
Ζωγράφος, λογοτέχνης
Ιούνιος – Ιούλιος 2008

Το κείμενο του Βασίλη Ιωαννίδη δημοσιεύθηκε στο τεύχος 12 του περιοδικού ΕΝΕΚΕΝ - Επιθεώρηση Πολιτισμού τον χειμώνα του 2008.

Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2008

Τότε, 2007, λινόλεουμ και κολλαγραφία, 32x32 εκ.


Λίμνη της Wan, 2005, λινόλεουμ και κολλαγραφία, 32χ32 εκ.




Ακυρώνοντας τη λήθη

Η προσέγγιση του παρελθόντος, σε χαμένο τόπο και χρόνο, είναι ένα δύσκολο επιχείρημα. Σύμφωνα με μια άποψη, τα πράγματα που είναι περασμένα, είναι άχρηστα και ξεπερασμένα. Εγώ δεν συμφωνώ με αυτήν την άποψη. Τουλάχιστον, η τέχνη έρχεται και διαδραματίσει ένα σημαντικό ρόλο πάνω σε αυτό που ονομάζουμε μνήμη. Αντί το παρελθόν ενός άτομου ή ακόμα ενός ολόκληρο έθνους να είναι μια διαρκής πληγή, είναι ευχής έργου να είναι η δεξαμενή εμπειριών, ιδεών και γνώσης. Εξάλλου κανείς πρέπει να συμφιλιωθεί με τον εαυτό του και πρωτίστως με το παρελθόν του.
Η μνήμη είναι ένα καλό εφόδιο για να κατανοήσουμε το σήμερα. Είναι σαν ένα βέλος πάνω στο τόξο, όσο το τραβάς προς τα πίσω, τόσο θα είναι σε θέση να πεταχτεί μακριά, στο παρόν και το μέλλον.
Αυτή η προσέγγιση στον χαμένο χθες, μέσω της τέχνης της χαρακτικής, για έναν πολιτικό πρόσφυγα από το Κουρδιστάν, είναι μια εξάσκηση μνήμης ενάντια στη λήθη, είναι η επιβεβαίωση για το σήμερα και ένα πεδίο έρευνας για το αύριο. Με αυτό τον τρόπο η τέχνη γίνεται μέρος της ψυχικής του αντίστασης και λειτουργεί θεραπευτικά.
Σεπτέμβριος 2008
Serhad

Κυριακή 31 Αυγούστου 2008

"Shengal 2007"

"Shengal 2007", 2007, λινόλεουμ και κολλαγραφία, 32x32 εκ.

Ολυμπιακοί Αγώνες του Πεκίνο τελείωσαν! Η Κινεζική κατοχή στο Θιβέτ όμως συνεχίζεται.

Κουρδιστάν, Τσετσενία, Θιβέτ..., 2003, ξυλογραφία και λινόλεουμ, 70χ100 εκ.

Πέμπτη 31 Ιουλίου 2008

Όταν η μνήμη κραυγάζει….

Η επαφή του χαράκτη και ζωγράφου Σερχάτ Τσελικέρ Μπαπίρ με την τέχνη της χαρακτικής δεν ήταν συνηθισμένη, τουλάχιστον για τα μέτρα και την εμπειρία του δυτικού καλλιτέχνη. Η πρώτη φορά που ο δημιουργός ήρθε σε επαφή με την απαιτητική αυτή τέχνη δεν είχε σχέση με εικαστικούς προβληματισμούς και στοχασμούς για το ωραίο, με πολυτελή χειροποίητα χαρτιά και πορσελάνινες λεκάνες οξειδώσεων. Η πρώτη φορά που ο Σερχάτ χάραξε και τύπωσε ήταν -όπως ο ίδιος εξομολογείται- από ανάγκη. Καταζητούμενος από την τουρκική χούντα αναγκάστηκε να πλαστογραφήσει μια ταυτότητα, χαράζοντας για το σκοπό αυτό σε ένα κομμάτι πλαστικού για επίστρωση δαπέδων μια ανάγλυφη σφραγίδα. Τη σφραγίδα αυτή τύπωσε στη φωτογραφία του παραχαράζοντας έτσι την ξένη ταυτότητα. Χρησιμοποιώντας την πλαστή ταυτότητα κατάφερε να διαφύγει από τα μπλόκα της αστυνομίας και αφήνοντας την πατρίδα του, το Κουρδιστάν, να φτάσει ως πολιτικός πρόσφυγας στην Ελλάδα.

Αυτό που δεν ομολογεί, βέβαια, ο Σερχάτ- αλλά εύκολα μπορεί να το αντιληφθεί o ευαίσθητος δέκτης που βρίσκεται σε διάλογο με το έργο του - είναι πως ο καλλιτέχνης συνέχισε να χαράζει και εξακολουθεί μέχρι σήμερα να χαράζει σπρωγμένος από την ανάγκη. Όχι βέβαια την ανάγκη διάσωσης της φυσικής του ύπαρξης, αλλά την ανάγκη διάσωσης της μοναδικότητας της ύπαρξής του διαμέσου της διάσωσης της ταυτότητας, της μνήμης, της συνείδησης των αγώνων, των ονείρων και των πόθων του λαού του. Εν κατακλείδι της διάσωσης όλων αυτών που -όπως προδίδει και η ερμηνεία του έργου του- ο καλλιτέχνης θεωρεί στοιχεία ταυτοποίησης και δικαίωσης της ύπαρξής του.

Ο Σερχάτ ανήκει στους ανθρώπους εκείνους που από πολύ νωρίς κλήθηκαν να επιλέξουν ανάμεσα σε μια ήσυχη αλλά ταπεινωτική ζωή και την Οδύσσεια της ελευθερίας. Επιλέγοντας δίχως δισταγμό το δεύτερο μονοπάτι γνώριζε πως επέλεγε την σκληρότητα της προσφυγιάς, την οδύνη της μοναξιάς, την απώλεια της πατρικής γης και των προσφιλών του προσώπων καθώς και ένα πλήθος από άλλες μικρότερες απώλειες, που αν και μοιάζουν ασήμαντες και ανάξιες λόγου αποτελούν εντούτοις το βάλσαμο της ανθρώπινης ζωής. Βέβαια ο καλλιτέχνης ξεκινώντας το ταξίδι του είναι μάλλον απίθανο να προέβλεψε πόσο μακρινή θα αποδεικνύονταν η μέρα της επιστροφής, γιατί είναι ευνόητο πως η ελπίδα συχνά λειτουργεί σαν κιβωτός διαμέσου της οποίας ο άνθρωπος διασώζεται από την σκληρή πραγματικότητα.

Έχουν πια περάσει σχεδόν εικοσιπέντε χρόνια από την μέρα που ο καλλιτέχνης ξεκίνησε το ταξίδι του. Εικοσιπέντε χρόνια ατέλειωτης αναμονής, με το «νόστιμον ήμαρ» να βασανίζει την ψυχή του, την καπνοδόχο της οικογενειακής εστίας να μην θαμπώνει τον ορίζοντα, την ημέρα της επιστροφής στην πατρώα γη να ξεμακραίνει όλο και πιο πολύ και με μοναδικό, ίσως, βάλσαμο την τέχνη να γλυκαίνει την οδύνη της αναμονής.

Θεωρήσαμε απαραίτητη αυτή την σύντομη βιογραφική αναφορά, που θα ήταν περιττή σε άλλες περιπτώσεις, επειδή πιστεύουμε πως οι καταβολές του Σερχάτ αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα κλειδιά ερμηνείας και αποκρυπτογράφησης του έργου του και επειδή ακόμη πιστεύουμε πως για τον συγκεκριμένο δημιουργό η τέχνη, και ιδιαίτερα μάλιστα η τέχνη της χαρακτικής, δεν αποτελεί μονάχα αισθητική απόλαυση, πεδίο έκφρασης συναισθημάτων ή απάντηση σε υπαρξιακές αγωνίες και αναζητήσεις, αλλά πραγματικό καταφύγιο και σανίδα σωτηρίας. Ο καλλιτέχνης τρέφεται και ζωογονείται από το έργο του διατηρώντας έτσι ζωντανό το όνειρο της ελευθερίας, που με τη σειρά του αποτελεί διαρκή πηγή έμπνευσης σε έναν αέναο κύκλο ανατροφοδότησης.

Αυτή είναι και η αιτία που ο Σερχάτ, θεματικά τουλάχιστον, καταφεύγει διαρκώς στον ποταμό της μνημοσύνης για να ανασύρει εικόνες φυλαγμένες με ιδιαίτερη προσοχή και ευλάβεια. Εικόνες που παραθέτει με ειλικρίνεια, ευθύτητα αλλά και σύνεση επιχειρώντας όχι απλά μια νοσταλγική αναπόληση αλλά μια πραγματική τεκμηρίωση της ταυτότητάς του. Αυτή η ζωτική ανάγκη τεκμηρίωσης μετουσιώνει κάθε επιμέρους δημιουργία σε μοναδικό μνημείο που αντιπαλεύει τη λήθη, σπονδή στη συλλογική μνήμη, πολύτιμο αλφαβητάρι για αναλφάβητους που επιθυμούν να διδαχθούν την ιστορία, έτσι που το συνολικό του έργο παύει να αποτελεί απλή καταγραφή κάποιας προσωπικής ιστορίας και μεταμορφώνεται σε εικονογραφική εποποιία που εξιστορεί τη συνέχεια του λαού του μέσα στο χρόνο.

Για το λόγο αυτό και παρά τις όποιες παρεκκλίσεις και αναζητήσεις στο πεδίο του αφηρημένου, η τέχνη του Σερχάτ παραμένει παραστατική με μια ιδιαίτερη αγάπη στο συμβολισμό. Η συμβολιστική του, που δεν αποτελεί δάνειο αλλά προέρχεται και εκφράζει δικά του βιώματα, χρησιμοποιείται με σταθερότητα και επιμονή αλλά ταυτόχρονα με σύνεση και λεπτή αίσθηση του μέτρου η οποία προφυλάσσει από την υπερβολή και τον κορεσμό. Τα σύμβολα κάνουν διαρκώς αισθητή την παρουσία τους στο έργο του. Συχνά εμφανίζονται εκεί που δεν τα περιμένεις, συνήθως μετά από μια δεύτερη προσεκτικότερη ανάγνωση. Δεν θα ήταν, μάλιστα, υπερβολή να πούμε πως η γλώσσα των συμβόλων αγκαλιάζει σαν λεπτό αργυρό δίχτυ όλο του το έργο επιτρέποντας τη συνοχή και τον δημιουργικό διάλογο μεταξύ των έργων του. Έτσι παρόλο που ο καλλιτέχνης επιλέγει τα σύμβολα ανάλογα με τις ιδιαίτερες, κάθε φορά, εκφραστικές του ανάγκες, πάντα καταφέρνει -εκμεταλλευόμενος την ιδιότητά τους- να λειτουργούν μονοσήμαντα, να τα μετατρέπει σε φορείς και πομπούς συγκεκριμένων μηνυμάτων χωρίς αυτό να σημαίνει υπαναχώρηση σε σχέση με το σημαντικότερο μέλημα του δημιουργού, δηλαδή τον τρόπο ενσάρκωσης της ιδέας.

Είναι ανάγκη εδώ να τονίσουμε πως ακόμη και αυτή καθαυτή η επιλογή της χαρακτικής σαν μέσο έκφρασης, πράξη συνειδητή μάλλον παρά υποσυνείδητη, έρχεται να υπηρετήσει ακριβώς αυτό το σκοπό αφού ο καλλιτέχνης βρίσκει στη χαρακτική τον ιδανικότερο εκφραστή των ιδεών του. Γιατί είναι αξιοσημείωτο πως για τον Σερχάτ η χαρακτική δεν αποτελεί προέκταση της υπόλοιπης εικαστικής του δραστηριότητας, όπως συμβαίνει συνήθως στο έργο πολλών καλλιτεχνών, αλλά τον ακρογωνιαίο λίθο της δημιουργίας του μολονότι ο καλλιτέχνης διακονεί και τη ζωγραφική. Ο χαράκτης, που όπως ήδη τονίσαμε, έχει συνειδητά επιλέξει να απομακρυνθεί από την αινιγματικότητα και τους σιβυλλικούς τρόπους της σύγχρονης τέχνης και έχει αποφασιστικά αρνηθεί το «δέλεαρ» των πολλαπλών αναγνώσεων καταφέρνοντας να μετατρέψει το έργο του σε αγγελιοφόρο μηνυμάτων, που «διαβάζονται» με έναν συγκεκριμένο και μοναδικό τρόπο, δεν θα έβρισκε καλύτερο μέσο από την χαρακτική για να εκφράσει τις ιδέες και τις προθέσεις του. Στα χέρια του μάλιστα ακόμα και αυτή η πρακτική του τυπώματος μετατρέπεται από «καταναγκαστική» δέσμευση σε απελευθερωτική πράξη, αφού κάθε παραγόμενο αντίτυπο πολλαπλασιάζει την ισχύ του μανιφέστου του.

Ένα συμβολικό μοτίβο, που θα το δούμε να επαναλαμβάνεται συχνά στο έργο του Σερχάτ, είναι το δακτυλικό αποτύπωμα. Το μοτίβο εμφανίζεται σε θάμνους και φύλλα, πάνω ή πίσω από πολιτείες και ανθρώπους και μέσα στα σκοτεινά πελαγίσια νερά. Ο συμβολισμός του αν και εύγλωττος είναι ανάγκη να αποσαφηνιστεί. Το αποτύπωμα έχει διττή σημασία και ο τρόπος που χρησιμοποιείται προδίδει το γεγονός ότι και για τον ίδιο τον καλλιτέχνη συνιστά πεδίο διλημμάτων. Τοποθετείται άλλοτε στο φόντο υποστηρίζοντας τη σύνθεση και άλλοτε στο πρώτο πλάνο σκοτεινιάζοντας με την απειλητική του σκιά ολόκληρο το τύπωμα. Ενίοτε μάλιστα το δακτυλικό αποτύπωμα γίνεται τόσο εμφανές και επίμονο που με δυσκολία επιτρέπεται η ανάγνωση των άλλων στοιχείων της σύνθεσης.

Το δακτυλικό αποτύπωμα λειτουργεί είτε σαν επίμονη και συγκεκριμένη υπόμνηση είτε σαν σταθερό και διαρκές κατηγορώ ενάντια στην τυραννία της εξουσίας. Το στοιχείο που στην ουσία αποτελεί αυθεντική απόδειξη της ανθρώπινης μοναδικότητας χρησιμοποιείται από τη μια σαν υπόγειος ποταμός, που αντιπαλεύει την ανωνυμία και από την άλλη η χρήση του μας υπενθυμίζει πως ένας άνθρωπος ή ένας ολόκληρος λαός είναι δυνατόν να διωχθεί και να αποκλειστεί λόγω των συγκεκριμένων και μοναδικών ιδιοτήτων του. Η τραγικότητα αυτού του διλήμματος φαίνεται πως αποτελεί τη μόνιμη βάσανο του καλλιτέχνη. Είναι απαραίτητο να τονίσουμε πως σε κάθε περίπτωση το δακτυλικό αποτύπωμα παρουσιάζεται ατέρμονο σαν εικαστικό μοτίβο, υπονοώντας έτσι χαρτογράφηση που δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, που αδυνατούμε να διακρίνουμε τα όριά της μολονότι γνωρίζουμε ότι υπάρχουν.

Υπάρχουν επίσης μοτίβα που ο επιδέξιος χειρισμός τους από τον καλλιτέχνη τα ανάγει σε καθολικά σύμβολα. Τέτοιο είναι για παράδειγμα το μοτίβο του γερανού, που αποτελεί ένα από το πιο συχνά χρησιμοποιούμενα σύμβολα στο έργο του Σερχάτ. Για την αποκρυπτογράφηση του συμβόλου καταφύγαμε στον ίδιο το δημιουργό ο οποίος και μας μύησε στο συμβολισμό του εξηγώντας μας πως στην πατρίδα του οι άνθρωποι πιστεύουν πως ο γερανός φέρνει την Άνοιξη. Ο χαράκτης γοητεύεται από την ευαίσθητη και ευγενική μορφή του γερανού η οποία του επιτρέπει να εξερευνήσει έννοιες που συνειρμικά συνδέονται με τη φύση και τις συνήθειες του πουλιού όπως για παράδειγμα η έννοια της αποδημίας, της επιστροφής, του εφήμερου, της ελπίδας καθώς και έννοιες που –συνειρμικά- βρίσκονται στον αντίποδα του, όπως της αιχμαλωσίας, της επιμονής, της πάλης για επιβίωση, της αντίστασης.

Το μοτίβο του γερανού χρησιμοποιείται στις συνθέσεις με ποικίλους τρόπους. Κάποιες φορές σμήνη γερανών συνοδεύουν τους ανθρώπους στην οδυνηρή αποδημία τους. Ακόμα και αν ακολουθούν την ακριβώς αντίθετη πορεία μοιάζουν να επιστεγάζουν προστατευτικά την πορεία των ανθρώπων θέλοντας να μνημονεύσουν την μεταβλητότητα των ανθρώπινων καταστάσεων. Είναι οιωνοί που υπενθυμίζουν πως ότι συμβαίνει σήμερα δεν είναι αιώνιο. Είναι υπόσχεση πως το γύρισμα των εποχών θα φέρει αναπόφευκτα την επιστροφή, την οποία ο καλλιτέχνης θεωρεί νομοτελειακή. Άλλες φορές πάλι οι γερανοί εμφανίζονται σε έναν σκόπιμα απροσδιόριστο χώρο, έναν χώρο που συνήθως φορτίζεται ασφυκτικά και από άλλα σύμβολα- ολόφωτους σπειροειδείς ήλιους ή εντυπωσιακά συμπλέγματα από σκάλες που ανεβαίνουν στον ουρανό. Παρουσιάζονται σαν φωτεινές φιγούρες σε κάμπο σκοτεινό ή σαν σκοτεινές μορφές που διαγράφονται εξπρεσιονιστικά σε ένα φωτεινό ξέφτι ουρανού. Άλλοτε ανυψώνονται αποφασιστικά και άλλοτε πετούν χαμηλά, πιο κοντά στη γη παρά στον ουρανό. Στη δεύτερη περίπτωση η πυκνότητα της γραμμής και το πλήθος των χαράξεων υπονοούν μια ασφυκτική ατμόσφαιρα που εντείνεται ακόμη περισσότερο από την προσκόλληση στην επιπεδότητα.

Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι συνθέσεις στις οποίες το μοτίβο του γερανού διαπλέκεται με το μοτίβο του δένδρου, που αποτελεί ένα ακόμη σπουδαίο στοιχείο της προσωπικής μυθολογίας και του μορφοπλαστικού λεξιλογίου του Σερχάτ. Όταν αυτό συμβαίνει, το δέντρο, που στην συμβολική γλώσσα του καλλιτέχνη συνδέεται με την ιδέα της πατρικής γης αλλά και του αρχαίου δένδρου της πανσπερμίας του οποίου οι σπόροι αποτελούν την αρχή όλων των όντων και όλων των λαών- μετατρέπεται σε φοβερή ειρκτή που αιχμαλωτίζει τους γερανούς, οι οποίοι μάταια αγωνίζονται να ξεφύγουν. Η επιδεξιότητα με την οποία ο καλλιτέχνης χειρίζεται τις κινούμενες προς διαφορετικές κατευθύνσεις μορφές εντείνει την δραματικότητα της σύνθεσης και η κορύφωση του συναισθήματος της αγωνίας οξύνεται. Ο θεατής έχει την αίσθηση πως ακούει το φτεροκόπημα των πουλιών και έτσι ο καλλιτέχνης καταφέρνει να μας μιλήσει με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο για τους ανθρώπους. Αναγνωρίζουμε πως αυτό που συμβαίνει στους γερανούς –και που δεν είναι διαφορετικό από αυτό που συμβαίνει στους ανθρώπους- η αδικία, η αιχμαλωσία, ο πόνος, η βάρβαρη καταστολή, η στέρηση της ελευθερίας δεν είναι απλώς πράξη έκνομη αλλά πράξη που αντίκειται στους φυσικούς νόμους.

Αξίζει να προσέξουμε επίσης και την περίπτωση του έργου με τον τίτλο «Επιβίωση» όπου για μια φορά ακόμη οι γερανοί οικειοποιούνται ιδιότητες και γνωρίσματα των ανθρώπων. Το έργο αυτό αποτελεί κορυφαία στιγμή ταύτισης της μοίρας του ανθρώπου με τη μοίρα όλων των πλασμάτων της φύσης και του κόσμου. Τα πουλιά ρίχνονται με μανία στις ρίζες του δένδρου διεκδικώντας με πάθος την επιβίωση. Κάθε στοιχείο της σύνθεσης, οι φωτεινές φιγούρες των γερανών, το δέντρο που λυγίζει στην επίθεση, το δίχτυ από ρίζες που διαρρηγνύεται, συνηγορεί στην υπεράσπιση του δικαιώματος της ύπαρξης, νοηματοδοτώντας με τέτοιο τρόπο το έργο ώστε το περιεχόμενο να έρχεται σε πρώτο πλάνο.

Είναι βέβαια γεγονός ότι στην καλλιτεχνική δημιουργία του Σερχάτ σπάνια θα συναντήσουμε έργα που απομακρύνονται από την ενσυνείδητη υποταγή μορφής, μέσου και τεχνικής στο περιεχόμενο. Ακόμα και το τοπίο στην περίπτωσή του δεν αποτελεί απλή απεικόνιση ενός τμήματος της πραγματικότητας, ούτε αναπαράσταση μιας αγαπημένης γωνιάς της πατρίδας του. Το τοπίο καθρεπτίζει την ψυχική του κατάσταση, αντικατοπτρίζει με τρόπο εύγλωττο την υπαρξιακή του αγωνία και κυρίως κουβαλάει το βάρος της μαρτυρίας. Το μυθικό όρος Αραράτ, η λίμνη της Wan, τα τείχη της Amed, το χάνι του Eleman, έργα εμπνευσμένα και δυνατά, παρόλο που παραμένουν αποσπάσματα της φυσικής πραγματικότητας, διηγούνται παράλληλα ιστορίες τυλιγμένες στο μισόφωτο ενός μύθου. Ενός μύθου που πηγάζει κατευθείαν από την καρδιά του καλλιτέχνη διαπλέκοντας το μυστήριο και την αιωνιότητα της εικαστικής αφήγησης με υπαινιγμούς και ψίθυρους της προσωπικής του συμβολιστικής.

Η αναπαράσταση μιας πολίχνης για παράδειγμα είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή προσέγγιση αστικής τοπιογραφίας. Το αστικό τοπίο, που σε μια πρώτη ανάγνωση, αποκαλύπτει την ποιητική διάθεση του δημιουργού του, ποτισμένο όπως είναι βαθιά από την πατίνα της αναπόλησης και του νόστου, μετατρέπεται, σε μια δεύτερη προσεκτικότερη ανάγνωση σε ιερό σύμβολο και απόκρυφο μήνυμα. Πίσω από το χρυσό φως του δειλινού και την αφοπλιστική ομοιομορφία μιας ραχάτικα απλωμένης στον ήλιο πολίχνης ο προσεκτικός αναγνώστης μπορεί να διακρίνει την έντονα «σκηνοθετική» ματιά του δημιουργού που χρησιμοποιεί επιφανειακώς κοινότυπα στοιχεία, για να αποκαλύψει σκέψεις και αγωνίες που απέχουν πολύ από το να χαρακτηρισθούν ως κοινότυπες. Η ουσιαστική ανάγνωση μεταμορφώνει τα λουσμένα στο φως ειδυλλιακά τοπία σε βασανιστικά ερωτηματικά. Αναρωτιόμαστε τι κρύβεται πίσω από τα ερμητικά σφαλισμένα παράθυρα και τις κλειδαμπαρωμένες πόρτες. Τι κρύβουν αυτοί οι βουβοί όγκοι, τόσο στατικοί και απόμακροι, τόσο απογυμνωμένοι από ζωή. Τι κρύβεται πίσω από την αδιατάρακτη ηρεμία και τη μυστηριακή σιωπή. Ερωτήματα που δεν βρίσκουν εύκολα απαντήσεις. Ίσως γιατί τα σπίτια που υπομονετικά περίμεναν την ιστόρησή τους δεν συναινούν στην αποκάλυψη των μυστικών τους και μιμούμενα τους ανθρώπους που τα ενοικούν, προτιμούν να φυλάγονται. Το μυστήριο του σφραγισμένου, και απροσπέλαστου φωτίζεται κάπως, αν επιχειρήσουμε να αποκρυπτογραφήσουμε το αίνιγμα, μέσα από τις μεταπλασμένες από το φαντασιακό βιωματικές εμπειρίες του καλλιτέχνη, χωρίς όμως εντέλει να αποσαφηνίζεται. Πιθανόν γιατί τα ερμητικά κλεισμένα σπίτια παραμένουν απαγόρευση και άβατο ακόμη και για τον ίδιο το δημιουργό.

Στην ενότητα των τοπίων εντάσσονται και χαρακτικά, στα οποία ο καλλιτέχνης μοιάζει να γοητεύεται από το απέραντο και τον ανοιχτό ορίζοντα, καθώς και χαρακτικά στα οποία εγκαταλείπεται η αναλυτική περιγραφή και υιοθετούνται πιο αφαιρετικοί τρόποι. Στην πρώτη περίπτωση ο χώρος πλάθεται με σκιές και φωτεινές επιφάνειες ενώ στη δεύτερη ελεύθερες φόρμες, χρωματιστές γραμμές και ζωηρά πλακάτα χρώματα συμμετέχουν ενεργητικά στο εικαστικό παιχνίδι δομώντας εξολοκλήρου τη σύνθεση. Βέβαια η ιδέα που συνέχει το σύνολο της εικαστικής δημιουργίας του Σερχάτ φαίνεται πως συνέχει και τα έργα αυτά, αφού και στις δυο περιπτώσεις ο συμβολισμός δεν εκλείπει, παρόλο που φαινομενικά υποχωρεί ώστε να ατονεί το ευανάγνωστο και εύληπτο. Θα πρέπει όμως να τονίσουμε πως τα έργα, που εντάσσονται στη δεύτερη περίπτωση, διακρίνονται κυρίως από την αίσθηση του παιγνιώδους και οι συνθέσεις αποπνέουν ένα ελαφρύ κύμα ευφορίας στο οποίο δεν μας έχει συνηθίσει ο καλλιτέχνης. Σπείρες και ομόκεντροι κύκλοι, παιχνίδια με γραμμές, ευαίσθητα χρώματα και έντονο ενδιαφέρον για την έρευνα των υλικών και την απόδοση της υφής κάνουν τα έργα αυτά ξεχωριστά ενώ η λιτότητα των μέσων τους προσδίδει κάτι από την ευγένεια και την κομψότητα ενός χάικου.

Ένα από τα βασικότερα στοιχεία της τέχνης του Σερχάτ είναι η ανθρώπινη μορφή και δεν θα μπορούσε εξάλλου να είναι αλλιώς. Το έργο του, έργο ανθρωποκεντρικό, καταλήγει σε μια βαθιά ουμανιστική διακήρυξη. Η ανθρώπινη μορφή αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο αυτή την πρόθεση του για συνομιλία με τον άνθρωπο, ο οποίος εμφανίζεται σαν μονάδα ή σαν οργανικό στοιχείο μιας ολιγοπρόσωπης ή συνήθως πολυπρόσωπης και άρρηκτα δεμένης ομάδας στο σύνολο του έργου του.

Όταν οι ανθρώπινες μορφές παρουσιάζονται σαν μονάδες παρουσιάζονται είτε σαν πρόσωπα σκοτεινά, βασανισμένα, τυλιγμένα και κρυμμένα καλά πίσω από σφιχτοδεμένες μαντίλες είτε σαν φιγούρες εγκιβωτισμένες και εγκλωβισμένες σε συνθέσεις που τις κάνουν να ασφυκτιούν. Και στις δυο περιπτώσεις παρουσιάζονται εξουθενωμένες ή οργισμένες αλλά ποτέ υποταγμένες ή ηττημένες. Είναι μορφές δωρικές που σιωπούν, μα η σιωπή τους είναι πιο βουερή και από ένα χείμαρρο λέξεις. Συνήθως καταλαμβάνουν όλο το χώρο της σύνθεσης και είναι κυρίως γυναίκες ή παιδιά, πρόσωπα αδύναμα που διστάζουν να αποκαλύψουν τα χαρακτηριστικά τους. Ο καλλιτέχνης, γνωρίζοντας την ανάγκη τους, τους προσφέρει τρυφερά και προστατευτικά το καταφύγιο της ανωνυμίας που χρειάζονται. Βέβαια κάποιες φορές, όταν η τρυφερότητα υπερισχύει, το συμβόλαιο της ανωνυμίας αναστέλλεται. Τότε μορφές, σπάνιας ευγένειας και αρχοντιάς, διαρρηγνύοντας το δίχτυ του χρόνου, ανεβαίνουν στην επιφάνεια. Είναι ολοζώντανες και θελκτικές. Αποπνέουν το άρωμα της γης και μας κοιτάζουν με τα μάτια ανθρώπου που γνωρίζουμε χρόνια, φιλικά και ζεστά μα ταυτόχρονα ερευνητικά, θαρρείς και αναρωτιούνται για τις προθέσεις μας. Η ευγένειά τους δεν τους επιτρέπει να απαιτούν κι όμως η τιμή και ο σεβασμός τους προσφέρεται απλόχερα. Αντίδωρο στην αίσθηση του μοναδικού και πολύτιμου.

Στην περίπτωση που οι ανθρώπινες μορφές παρουσιάζονται σαν ομάδες αυτό που χαρακτηρίζει την σύνθεση είναι η συγκεκριμένη κατεύθυνση. Οι άνθρωποι βαδίζουν πάντα προς την ίδια κατεύθυνση, συνήθως από αριστερά προς τα δεξιά. Διατρέχουν ολόκληρη τη σύνθεση ενώ συχνά τμήμα της τελευταίας φιγούρας αποκόπτεται δημιουργώντας έτσι την εντύπωση της ακολουθίας. Η πορεία των ανθρώπων κάποιες φορές έχει συγκεκριμένο προορισμό, άλλοτε ένα καράβι και άλλοτε μια σκάλα που ανεβαίνει στον ουρανό, ενίοτε όμως οι άνθρωποι μοιάζουν χαμένοι, εγκαταλελημμένοι στη μέση του πουθενά. Οι πορείες των ανθρώπων συνοδεύονται συχνά από γερανούς, ενώ στη σύνθεση ενσωματώνεται και το δακτυλικό αποτύπωμα, στοιχεία τα οποία, όπως ήδη αναφέραμε, αποτελούν βασικά εκφραστικά στοιχεία της συμβολιστικής του Σερχάτ. Στην περίπτωση που οι μορφές οργανώνονται σε ομάδες διακρίνονται για την ιδιότυπη σχηματοποίησή τους. Οι ρεαλιστικές αναφορές ατονούν, οι μορφές μετατρέπονται σε αλλόκοτες εικόνες, μικρές στήλες καπνού που λαχταρούν να εξαϋλωθούν.

Είναι αξιοσημείωτο ότι στο έργο του Σερχάτ ο σπαραγμός της εσωτερικής παρόρμησης τιθασεύεται προς όφελος του επικού ύφους μιας τέχνης που ομολογεί την στράτευσή της, όπως για παράδειγμα στο έργο «Γυναίκα σε χωριό που πρόκειται να καταστραφεί» Η τραγικότητα του ανθρώπου που γνωρίζει τα μελλούμενα -όχι με τρόπο μεταφυσικό αλλά με τον τρόπο που τον δίδαξε η πολύχρονη συλλογική εμπειρία- αποτυπώνεται στη σκοτεινή μορφή της γυναίκας στο πρώτο πλάνο. Η γυναίκα παρουσιάζεται σαν φύλακας φρουρός, ένας φρουρός μολονότι που γνωρίζει την τραγική εξέλιξη, δεν παραδίδεται. Ο τίτλος του έργου που θυμίζει χρησμό λειτουργεί επιβεβαιωτικά των προαισθημάτων του θεατή. Μοιάζει με επιγραφή σε τύμβο δοξαστικό. Ο τρόπος οργάνωσης της σύνθεσης με την εμφατική ιεράρχηση της γυναικείας μορφής, τόσο ως προς το μέγεθος όσο και ως προς την θέση της στο χώρο, διακηρύσσει πως πίσω από την επικείμενη ήττα διαφαίνεται ο θρίαμβος. Ο θρίαμβος του ανθρώπου που αντιστέκεται παρόλο που έχει συνείδηση της ήττας του.

Στον αντίποδα αυτής της επιλογής βρίσκονται έργα, τα οποία δεν πρέπει να αγνοήσουμε αφού στην περίπτωσή τους η πρόθεση αδυνατεί να δαμάσει το συναίσθημα. Είναι η περίπτωση έργων στα οποία οι πορείες των ανθρώπων καταλήγουν σε καράβια – ένα συχνά χρησιμοποιούμενο σύμβολο της τέχνης του Σερχάτ. Στα έργα αυτά ο καλλιτέχνης παραδίδεται στα συναισθήματά του. Κάθε προσπάθεια χαλιναγώγησης της απόγνωσης -που ο καλλιτέχνης δείχνει να θεωρεί ταπεινωτικό συναίσθημα- εγκαταλείπεται και η απελπισία κορυφώνεται. Είναι ολοφάνερο πως τα έργα αυτά γεννιούνται όταν η μνήμη κραυγάζει. Μας υπενθυμίζουν με τον πιο συγκλονιστικό τρόπο τους στίχους του ποιητή: «όμως τη σκέψη του πρόσφυγα, τη σκέψη του αιχμάλωτου, τη σκέψη του ανθρώπου που κατάντησε και αυτός πραμάτεια δοκίμασε να την αλλάξεις δεν μπορείς». Επιβεβαιώνουν τη σκέψη πως όποιος υπήρξε πρόσφυγας, σημαδεύεται από το φορτίο της προσφυγιάς για μια ολόκληρη ζωή. Σε εικαστικό επίπεδο αυτή η ασυγκράτητη έκρηξη του θυμικού εκφράζεται από πραγματικές εκρήξεις. Φλόγες που ανεβαίνουν στον ουρανό σε μια πραγματική φρενίτιδα καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της σύνθεσης θυμίζοντας την άσβεστη ιερή φωτιά του ζωροαστρισμού, ενώ το παιχνίδι του άσπρου μαύρου με τις έντονες σχηματοποιήσεις μας παραπέμπει στην αιώνια πάλη της κυριαρχίας φωτός - σκότους.

Στην ενότητα με τις ανθρώπινες μορφές εντάσσονται και συνθέσεις που αποτελούνται από δυο ή και τρεις μορφές. Είναι οικογένειες ή μητέρες που κουβαλούν στην αγκαλιά τους τα παιδιά τους. Ακολουθούν όπως και στις υπόλοιπες περιπτώσεις μια απροσδιόριστη πορεία. Συχνά η συναισθηματική σχέση μεταξύ των μελών που απαρτίζουν την ομάδα υποδηλώνεται περισσότερο από τον τίτλο του έργου παρά από την εικαστική διατύπωση αφού τα πρόσωπα αντιμετωπίζονται κυρίως σαν μονάδες. Το κάθε πρόσωπο ζει το δικό του δράμα. εγκλωβισμένο στην προσωπική τραγωδία, μοναδικός συνεκτικός δεσμός ανάμεσα στα μέλη των ομάδων αυτών δεν είναι άλλος παρά η κοινή τραγική τύχη τους. Έτσι για παράδειγμα στο έργο με τον τίτλο «οικογένεια» οι μορφές κρατιούνται σφιχτά από τα χέρια αλλά η κίνησή τους είναι μάλλον κίνηση απομάκρυνσης παρά συσπείρωσης, ενώ στο έργο με τον τίτλο «μητέρα με παιδί» η μητέρα μοιάζει τυλιγμένη στο σκοτάδι αλλά το παιδί στρέφεται αποφασιστικά προς το φως.

Θα θέλαμε, για λόγους συμβολικούς, να κλείσουμε την παρουσίαση της χαρακτικής δημιουργίας του Σερχάτ με δύο έργα τα οποία θεματολογικά δεν εντάσσονται σε καμιά από τις προηγούμενες ενότητες, «τον Πύργο της σιωπής» και «τον τάφο του Ζαρατούστρα.» Έργα μοναδικά, που για λόγους ιστορικής μαρτυρίας, ιεραρχούνται στην κορυφή της πυραμίδας των συμβόλων που χρησιμοποιεί ο καλλιτέχνης. Παρόλο που με τα έργα αυτά ο χαράκτης συνεχίζει τη σχέση του με τα σύμβολα, είναι φανερό πως οι γενεσιουργές αιτίες, που οδήγησαν στη δημιουργία των έργων αυτών, είναι διαφορετικές, ενστικτώδεις μάλλον και υποσυνείδητες παρά λογικές και βιωματικές. Στην περίπτωση των έργων αυτών ο δημιουργός αποδεσμεύεται από την υπόσχεση της στράτευσης και αφήνεται στη μεταφυσική διάσταση των πραγμάτων καταφέρνοντας έτσι να αγγίξει την αταραξία της αιωνιότητας. Ο καλλιτέχνης με αφορμή τα δυο αυτά μοναδικά μνημεία βρίσκει ευκαιρία να μας μιλήσει για το αιώνιο ερώτημα της ζωής και του θανάτου, ανασύροντας στην επιφάνεια σύμβολα που χάνονται στο βάθος του χρόνου, τότε που ο Ζωροαστρισμός, μια από τις φωτεινότερες θρησκείες του αρχαίου κόσμου, παρότρυνε τους ανθρώπους στα αγαθά έργα, αφού έτσι μονάχα θα μπορούσε να επικρατήσει στην πάλη της διαρχίας ο Αχούρα Μάσδα, ο θεός του καλού και άρχοντας του φωτός και να κατατροπωθεί ο Αριμάν ο θεός του κακού και άρχοντας του ερέβους.

«Ο Πύργος της σιωπής», έργο που αναφέρεται στις αρχαίες συνήθειες του Μασδαϊσμού, ο οποίος επέβαλε την απόσυρση των νεκρών από τον κόσμο των ζωντανών και την τοποθέτησή τους σε απομονωμένους πύργους στην κορυφή των λόφων όπου αφήνονταν στη σήψη, αποτελεί κορύφωση της υπαρξιακής αγωνίας του καλλιτέχνη. Φόβος και δέος κατακλύζουν την ψυχή μας στη θέα αυτού του σκοτεινού βουβού όγκου που υψώνεται στο κέντρο της σύνθεσης συνθλίβοντας με την εξπρεσιονιστική δραματικότητά του κάθε αίσθημα χαράς. Όλα μαρτυρούν πως ο θάνατος είναι ο άρχοντας που βασιλεύει σε αυτόν τον πύργο, αλλά όχι κάποιος μακρινός και απροσδιόριστος θάνατος παρά ένας θάνατος που αφορά προσωπικά τον καθένα από εμάς και απειλεί την ύπαρξή μας.

Στον αντίποδα του Πύργου της σιωπής στέκεται «ο τάφος του Ζαρατούστρα», έργο που διακηρύσσει την πίστη του καλλιτέχνη στη δύναμη του φωτός. Τα στοιχεία της σύνθεσης, με την παράθεση φωτεινών και σκοτεινών περιοχών, ιεραρχούνται έτσι ώστε το βλέμμα του θεατή να εστιάζει αρχικά στο κάτω μέρος της σύνθεσης όπου ορθώνεται ο τύμβος για να στραφεί στη συνέχεια, με την βοήθεια των δύο τριγωνικών απολήξεων, στο άνω μέρος της σύνθεσης όπου φωτίζει ένας ήλιος ολόλαμπρος. Αντιλαμβανόμαστε πως ο ήλιος, που φωτίζει τον τάφο του Ζαρατούστρα, δεν είναι μονάχα ένα άστρο αλλά είναι ο ίδιος ο θεός του ζωροαστρισμού που φωτίζει το σκότος βλέποντας μέσω των πάντων. Είναι η υπέρτατη κοσμική δύναμη, η ανίκητη ύπαρξη, η καρδιά του κόσμου και το κέντρο της γνώσης, σύμφωνα με την Αβέστα. Κάτω από το φως αυτού του ήλιου το μνημείο μετατρέπεται από σήμα – τάφο σε σήμα – σύμβολο. Σύμβολο της αιώνιας επικράτησης του φωτός.

Ακόμη και αν δεν γνωρίζαμε τίποτα για την ζωή του Σερχάτ «ο Πύργος της σιωπής» και «ο τάφος του Ζαρατούστρα», με την δύναμη της αλήθειας, της εκφραστικότητας και του συμβολισμού, θα μπορούσαν να μας αποκαλύψουν τις καταβολές του καλλιτέχνη, αφού στην περίπτωση των έργων αυτών η ιστορία είναι αυτή που κραυγάζει.
Απρίλιος 2008

Ελένη Κάρτσακα
Ιστορικός Τέχνης
2008