Δευτέρα 25 Μαΐου 2009

Η γιαγιά μου, 1989, λινόλεουμ, 22x14 εκ.




Μάνα με παιδί 2, 1998, οξυγραφία, 25x16,5 εκ.


Κραυγή, 2005, χάραξη σε plexiglass, 102χ82 εκ.


Σερχάτ Μπαπίρ – Πολιτική τέχνη πέρα από τη γραφικότητα

    Η αυστηρή λογοκρισία στις τέχνες μετά την 11η Σεπτεμβρίου στις ΗΠΑ, προκάλεσε ένα, αναμενόμενο ίσως, κύμα πολιτικοποίησης ενάντια στον Μπους που σάρωσε από γκαλερί έως τηλεοπτικές κωμωδίες. Αμέσως εμφανίστηκε μια αντίστοιχη τάση καταγγελίας και κριτικής στην αγορά της τέχνης, ειδικά στις διεθνείς εκθέσεις: Αναπτύχθηκε έτσι περαιτέρω το λεξιλόγιο της “τέχνης της ταυτότητας” και της “πολυπολιτισμικότητας” της δεκαετίας του ’80: Στις καλές στιγμές της, η επαναπολιτικοποίηση αυτή μετά το 2001 δεν μιλούσε πλέον για “φωνές ως τώρα βουβές”, ή “απειλούμενες τοπικές ιδιαιτερότητες”, αλλά για τη γενικευμένη βιοπολιτική συνθήκη της “αντιτρομοκρατικής ασφάλειας”, όπου όλοι είναι δυνητικά υπό επιτήρηση, ύποπτοι μέχρις αποδείξεως του εναντίου.

      Τα χαρακτικά του Σερχάτ Μπαπίρ στο πλαίσιο της “πολιτικής τέχνης”,  δεν είναι ούτε ‘έθνικ’, ούτε αποστασιοποιημένα σχόλια. Δεν έχουν να διεκδικήσουν ούτε τοπική αυθεντικότητα, ούτε νομιμοποίηση των προθέσεών τους. Φέρουν τη σφραγίδα της προσωπικής στράτευσης εκ των προτέρων. Πολιτικός πρόσφυγας στην Ελλάδα, πολιτικοποιημένος δηλαδή φύσει και θέσει, ο Σερχάτ έκανε τα εμπόδια δύναμή του. Μετά τη ζωγραφική, εξοικειώθηκε με τη χαρακτική, (σπουδάζοντας δίπλα σε σπουδαίους χαράκτες και δασκάλους όπως ο Ξενής Σαχίνης, ο κυρίως καθηγητής του και ο Μανόλης Γιανναδάκης). Του ταιριάζει η χαρακτική,  για την υψηλή απόδοση στις νοηματικές και αισθητικές της αντιθέσεις, για το σεβασμό στη διαδικασία της παραγωγής, για την αναπαραξιμότητά της και τις ιστορικές της αναφορές στα εμβλήματα και τις εικονογραφήσεις κειμένων. Του επιτρέπει να μην κρύβεται πίσω από μια ήπια ουδετερότητα, ούτε και να καταπνίγει τον προσωπικό του λυρισμό. Φαίνεται να μιλά για την έννοια της “πατρίδας”, ως κομμάτιού όμως ενός σύμπαντος από πόνο, στερήσεις και απουσίες: Έργα όπως το Κουρδιστάν, Τσετσενία, Θιβέτ’ (2003) ή οι ‘Πρόσφυγες στη Μεσόγειο’ (2001) και η ‘Αυτοδιάθεση’ (2006) μιλούν για τον πόνο και την ελπίδα στον παραλογισμό της πολεμικής συνθήκης, μιας συνθήκης που αφορά σήμερα όλες τις σφαίρες του γεωπολιτικού ελέγχου. Σε ορισμένα έργα είναι αμείλικτα συγκεκριμένος, (‘Γυναίκα σε Χωριό που θα Καταστραφεί, και ‘100 χρόνια Κουρδικής Δημοσιογραφίας’), παρέχοντας επιχειρήματα σ’ έναν αγώνα που συνεχίζεται στα μέτωπα της Μέσης Ανατολής αλλά και δίπλα μας – ο Αριβάν Οσμάν Αμπντουλά, Κούρδος του Ιράκ, ξυλοκοπήθηκε στην Ηγουμενίτσα από λιμενικούς και είναι ακόμη σε κώμα,  Κούρδοι και Τούρκοι βρίσκονται σήμερα στα δίχτυα της ελληνοτουρκικής συμφωνίας επαναπροώθησης μεταναστών του 2004. Σαν πολιτικές αφίσες, η ‘Σύμπλευση’ (2005) και η ‘Κραυγή’ (2005) προσφέρουν το αλληγορικό πλαίσιο για τα εργαστήρια μιας δικαιότερης συλλογικής ζωής.  Κι έπειτα, η ‘Επιβίωση’, η ‘Επιστροφή’, το ‘Τότε’, μετουσιώνουν μια νοσταλγία διαρκή σε μνήμη που διασώζει στιγμές ομορφιάς μέσα στην απελπισία. 

Λία Γυιόκα 

Ιστορικός Τέχνης

Από την εφημερίδα «Μακεδονία της Κυριακής» 24 Μαΐου 2009.  

Για την έκθεση χαρακτικής στο Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Θεσσαλονίκης.